Στρατηγικοί εταίροι αλλά και αντίπαλοι, με την αξία των εμπορικών συναλλαγών τους να φθάνει πέρυσι τα 750 δισ. δολάρια. Ο λόγος για Ε.Ε. και Κίνα, που μόλις εισήλθαν σε έναν εμπορικό πόλεμο, μετά από «μετωπική σύγκρουση» για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που εισάγει η Ε.Ε. από την Κίνα και τα οποία είναι αποδέκτης τεράστιων κρατικών επιδοτήσεων του Πεκίνου.
Είναι γεγονός ότι τα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα που πωλούνται στην Ε.Ε. είναι πολύ φθηνότερα και έχουν ευθύς αμέσως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ευρωπαϊκών. Όπως επίσης γεγονός είναι ότι η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα, με τη VW να εξετάζει κλείσιμο εργοστασίων στη Γερμανία, εν μέσω μειωμένης ζήτησης και αυστηρών περιβαλλοντικών στόχων, όλα ενδογενή ζητήματα που δείχνουν την παθογένεια των ευρωπαϊκών βιομηχανικών πολιτικών.
Το θέμα της επιβολής δασμών έγινε εξαρχής «σημαία» της Ε.Ε., με κορύφωση την πρόσφατη ψηφοφορία, που ενέκρινε μεν τους δασμούς, αλλά έδειξε τις βαθιές διαφορές μεταξύ των χωρών-μελών. Το τελευταίο επεισόδιο είναι μόνο η «κορυφή του παγόβουνου», καθώς απουσιάζει στην Ε.Ε. μία πολιτική στρατηγικής ανεξαρτησίας, ικανή να δώσει προσανατολισμό και κίνητρα στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και να ενορχηστρώσει τις εμπορικές πολιτικές. Οι χώρες-μέλη έχουν διαφορετικά συμφέροντα από τον ασιατικό δράκο, διαφορετικό βαθμό έκθεσης στην κινεζική αγορά και ξεχωριστές διαπραγματεύσεις με το Πεκίνο. Η Ε.Ε. δεν είναι ενωμένη και γι’ αυτό κανένα μέτρο δεν πρόκειται να αποφέρει τα αναμενόμενα οφέλη.
Το θέμα είναι ότι η Ε.Ε. δεν επέλεξε τη σωστή στιγμή για κυρώσεις. Η οικονομία της είναι αποδυναμωμένη, με τεράστιο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και απόλυτα εξαρτημένη από πρώτες ύλες και ενδιάμεσα αγαθά από την Κίνα. Οι τριγμοί στη γερμανική οικονομία από τη μείωση των εξαγωγών προς την Κίνα είναι περισσότερο από αισθητοί και τώρα μπορεί να γίνουν αντιληπτοί και στο Παρίσι, καθώς η Κίνα αντεπιτίθεται στους Γάλλους παραγωγούς μπράντι. Θα πάρουν κι άλλοι σειρά. Και τώρα, τι θα μπορούσε να φέρει ξανά κοντά τις δύο πλευρές; Μία εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ που θα τα έβαζε με όλους. Γι’ αυτό και μια «στρατηγική» αναμονή εκ μέρους των Βρυξελλών δεν θα έβλαπτε…