Εκτός από τα δίδυμα ελλείμματα, δημοσιονομικό και εξωτερικού ισοζυγίου, η Ελλάδα έχει και ένα άλλο έλλειμμα, ιδιαίτερα σημαντικό, εκείνο της αποταμίευσης.
Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν πως οι Έλληνες δεν αποταμιεύουν όσο τουλάχιστον πράττουν οι κάτοικοι άλλων χωρών της Ε.Ε.
Επειδή πρόκειται για ένα φαινόμενο διαχρονικό, δεν ισχύει η εύκολη διαπίστωση πως «τρώνε από τα έτοιμα», γιατί τα «έτοιμα» κάποια στιγμή θα είχαν εξαντληθεί.
Κάτι άλλο συμβαίνει και οι προσεγγίσεις που επιχειρούνται για να ερμηνευτεί το γεγονός καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα. Μεταξύ των αιτιών είναι τα χαμηλά εισοδήματα, που για μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αναλώνονται στο εικοσαήμερο κάθε μήνα και δεν περισσεύει τίποτα προς αποταμίευση.
Το συγκεκριμένο πρόβλημα εντάθηκε με την ακρίβεια, που απορροφά ολοένα και περισσότερο εισόδημα των νοικοκυριών.
Άλλος λόγος είναι η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία, που ανθούν στην Ελλάδα. Ο φορολογούμενος που δηλώνει εισόδημα 5.000 ευρώ ετησίως, δεν μπορεί να εμφανίζεται να αποταμιεύει π.χ. 20.000 ευρώ, γιατί θα μπλέξει άσχημα με την εφορία. Την αποταμίευση δεν βοηθούν, επίσης, τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια καταθέσεων.
Αποτρεπτικά, για τους αναλυτές, λειτουργεί και το ασφαλιστικό σύστημα, καθότι διανεμητικό και με υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης.
Ωστόσο, μια πρόσφατη μελέτη της Eurobank επισήμανε και έναν άλλο λόγο, ο οποίος μάλλον εξηγεί πιο πειστικά το έλλειμμα αποταμίευσης.
Πρόκειται για τις «διαγενεακές» μεταβιβάσεις πλούτου, και ιδιαίτερα τις γονικές παροχές, οι οποίες είναι πολύ πιο διαδεδομένες στην Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες και σύμφωνα με τη μελέτη έχουν αρνητικές συνέπειες στην αποταμίευση. Δηλαδή, οι περισσότεροι νέοι προσβλέπουν μελλοντικά στην έτοιμη οικογενειακή περιουσία (σπίτια, χρηματοοικονομικές επενδύσεις, επιχειρήσεις) που θα αποκτήσουν μέσω γονικών παροχών και κληρονομιών και αδιαφορούν για να δημιουργήσουν οι ίδιοι τη δική τους περιουσία μέσω της αποταμίευσης.
Δεδομένης της σημασίας που έχει για την οικονομία η αποταμίευση, καθώς όσο είναι αρνητική δεν υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι για να στηριχθούν οι επενδύσεις τόσο των νοικοκυριών όσο και των επιχειρήσεων, απαιτείται μια συνολική παρέμβαση που θα την ενθαρρύνει.