Με την ισχυρή ώθηση που προσδίδουν στα δημόσια έσοδα οι μνημονιακοί φόροι, οι οποίοι παρέμειναν και μετά την έξοδο από τα μνημόνια, ο κρατικός προϋπολογισμός εξακολουθεί να εισπράττει περισσότερα απ’ όσα είχε προβλέψει το υπουργείο Οικονομικών και να εμφανίζει καλπάζοντα υπερπλεονάσματα.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα στο οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 7,57 δισ. ευρώ, υπερδιπλάσιο του στόχου, εξέλιξη που δημιουργεί μια άνεση χειρισμών στο οικονομικό επιτελείο.
Οι φόροι των μνημονίων που παραμένουν στη φορολογική μας πραγματικότητα και μας θυμίζουν την οκταετή περιπέτεια είναι ο ΕΝΦΙΑ, οι αυξημένοι συντελεστές ΦΠΑ και φόρου εισοδήματος, το ύψος των οποίων είναι υψηλότερο σε σχέση με τα επίπεδα που ήταν προ του 2010, όπως και το τέλος επιτηδεύματος, που παραμένει ατόφιο για επιχειρήσεις και μπλοκάκια.
Η κυβέρνηση έχει επιλέξει τη διατήρησή τους, καθώς εξασφαλίζεται μια σταθερή ροή εσόδων προς τα κρατικά ταμεία, επιτρέποντας τη χρηματοδότηση των διαφόρων επιδομάτων τύπου «pass» που δίδονται κατά καιρούς. Άλλωστε, από την επιβολή τους και έπειτα, με επιμονή της τρόικας, οι εκάστοτε υπουργοί Οικονομικών απαλλάχτηκαν από το άγχος της υστέρησης των φορολογικών εσόδων, που ήταν, έως τότε, η «κανονικότητα».
Υπάρχει, όμως, και ένας μνημονιακός φόρος που δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Πρόκειται για τον φόρο υπεραξίας στις μεταβιβάσεις των ακινήτων που νομοθετήθηκε το 2013, επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί το 2014 και προκάλεσε απίστευτο χάος στις μεταβιβάσεις, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η αναστολή του, αρχικά για μία διετία.
Όμως, η μία αναστολή έφερε την άλλη, με αποτέλεσμα να μην εφαρμοστεί ποτέ μέχρι σήμερα ένας φόρος που επιβλήθηκε μέσα στην καρδιά των μνημονίων. Η επόμενη ημερομηνία εφαρμογής του είναι η 1η Ιανουαρίου 2025, αλλά ας μην ανησυχεί κανείς, καθώς έχει αποφασιστεί και νέα αναβολή.
Οι αναβολές θα συνεχίζονται, μέχρι να βρεθεί υπουργός Οικονομικών που θα καταργήσει και τυπικά τον φόρο-φάντασμα, ο οποίος επί μία δεκαετία λειτουργεί μόνο ως φόβητρο στην αγορά ακινήτων. Άλλωστε, τώρα, δεν υπάρχει τρόικα.