Το 2020, στην Αυστρία, ο ακροδεξιός Γεργκ Χάιντερ έγινε ο πρώτος ηγέτης της άκρας δεξιάς στην μεταπολεμική Ευρώπη, που συμμετείχε σε κυβέρνηση συνασπισμού μαζί με το Λαϊκό Κόμμα.
Το Κόμμα Ελευθερίας του μακαρίτη σήμερα Χάιντερ είχε αποσπάσει στις εκλογές που διεξήχθησαν το 1999, το καλύτερο αποτέλεσμα με το 26,9% των ψήφων, ξεπερνώντας το Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα.
Η κυβέρνηση αυτή έληξε… άδοξα, κυρίως λόγω της οργής που προκάλεσε στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε κυρώσεις στην Αυστρία, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση συνεργασίας στην Αυστρία «νομιμοποιούσε την ακροδεξιά στην Ευρώπη». Τα 14 τότε κράτη -μέλη της ΕΕ διέκοψαν τις επίσημες επαφές τους με την αυστριακή κυβέρνηση.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου, Λουί Μισέλ, τόνιζε μάλιστα: «Είναι πολύ απλό να πούμε ότι πρέπει να κρατήσουμε την Αυστρία στην Ευρώπη με κάθε κόστος. Η Ευρώπη μπορεί να τα καταφέρει και χωρίς την Αυστρία, δεν την χρειαζόμαστε».
Πολύ νερό κύλησε από τότε κάτω από τις γέφυρες του Δούναβη και το κλίμα στην Αυστρία, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, έχει αντιστραφεί.
Η Ακροδεξιά μετατοπίζεται από το περιθώριο στο κέντρο της πολιτικής ζωής στη Δύση. Έχει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο σε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, από τον σκανδιναβικό Βορρά μέχρι την Ιταλία.
Στις 29 Σεπτεμβρίου θα διεξαχθούν εκλογές στην Αυστρία και αυτή τη φορά οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας (FPO) του Χέρμπερτ Κικλ έρχεται πρώτο με 27 -28% και ακολουθούν σε απόσταση το κεντροδεξιό ΟVP και το σοσιαλδημοκρατικό SPO στη δεύτερη και τρίτη θέση.
Δημοκρατικό τείχος
Αυτή τη φορά βέβαια τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου σκοπεύουν να ορθώσουν ένα τείχος στην κυβερνητική παρουσία της Ακροδεξιάς, αλλά το γεγονός αυτό δεν περιορίζει την καταστροφή.
Θα ήταν πιθανώς ένα σοκ για πολλούς στην Αυστρία και την Ευρώπη αν η Ακροδεξιά γινόταν η ισχυρότερη δύναμη.
Το πρόγραμμα του FPO αντανακλά μια «αυταρχική ιδέα της κοινωνίας, με δανεισμούς από τον Βίκτορ Όρμπαν και στοιχεία από τη γερμανική και την αυστριακή ιστορία». Ο Kίκλ αυτοαποκαλείται «Λαϊκός Καγκελάριος» – μια σαφής νύξη για τη δεκαετία του 1930 και τον Χίτλερ.
Ακροδεξιός καγκελάριος στην Αυστρία θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη καμπή από τις εκλογικές επιτυχίες της AfD στη Σαξονία και τη Θουριγγία.
Στη Γερμανία, επίσης, η Ακροδεξιά AfD διεκδικεί την πρώτη θέση στις εκλογές στο κρατίδιο του Βραδενβούργου την προσεχή Κυριακή, μετά τις επιτυχίες της στα άλλα δυο ανατολικογερμανικά κρατίδια της Θουριγγίας και της Σαξονίας.
Αλλά και στη Γαλλία, η ακροδεξιά είναι στην κορυφή των δημοσκοπήσεων, λιγότερο από τρία χρόνια πριν από τις προεδρικές εκλογές. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Μαρίν Λεπέν θα συγκέντρωνε μεταξύ 34 και 35% των ψήφων στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2027. Ένα ποσοστό ρεκόρ για την ακροδεξιά, που δεν έχει έρθει ποτέ πρώτη στον πρώτο γύρο προεδρικών εκλογών.
Ατζέντα της άκρας δεξιάς
Πώς αντιδρούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε αυτό το φαινόμενο; Δυστυχώς, υιοθετώντας πολιτικές από την ατζέντα της άκρας δεξιάς. Μόνο που αυτό απλώς ρίχνει νερό στον ακροδεξιό «μύλο».
Η κυβέρνηση της Γερμανίας ενεργοποιεί από αύριο ελέγχους σε όλα τα χερσαία σύνορά της, με σκοπό να μειώσει την παράτυπη μετανάστευση και να σκληρύνει την πολιτική διαχείρισης των αιτημάτων ασύλου. Υπάρχουν βέβαια 12 χώρες που έχουν ενεργοποιήσει τέτοιες εξαιρέσεις στη Συνθήκη Σένγκεν, αλλά, λόγω της κεντρικής της θέσης και της επέκτασής της σε όλα τα σύνορα, η γερμανική απόφαση έχει ιδιαίτερη σημασία.
Η ανακοίνωση ήρθε μετά την ηχηρή ήττα των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού – SPD, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι – στις περιφερειακές εκλογές στην ανατολική Γερμανία. Πρόκειται, ξεκάθαρα, για ένα εκλογικό μέτρο του οποίου τα πρακτικά οφέλη είναι αμφίβολα. Το ποσοστό των μεταναστών άλλωστε στην ανατολική Γερμανία είναι χαμηλό.
Αλλά η Γερμανία, όπως και η Αυστρία, είναι κοινωνίες μετανάστευσης που δεν λειτουργούν πλέον χωρίς αυτούς. Πέρα από το οξύ δημογραφικό πρόβλημα που απασχολεί όλη τη Γηραιά Ήπειρο.
Ταυτόχρονα, η εμπειρία έχει δείξει ότι η «σκληρότητα» που ζητούν οι ακροδεξιοί εξτρεμιστές είναι ένα σημαντικό «σήμα» σε μια κοινωνία – το οποίο μπορεί αργότερα να επεκταθεί και σε άλλες ομάδες: Κάποια στιγμή δεν θα υπάρχει όριο, δεν θα υπάρχει αντίδραση.
Η υιοθέτηση τέτοιων μέτρων από τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου νομιμοποιεί τον ξενοφοβικό λόγο των ακροδεξιών και εδραιώνει το πλαίσιο που καθιστά τους μετανάστες αποδιοπομπαίο τράγο για προβλήματα που δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς.
Η Γερμανία, ωστόσο, δεν αποτελεί εξαίρεση. Αρκεί να θυμηθούμε ότι στη Γαλλία τον περασμένο Δεκέμβριο οι Μακρονιστές ενέκριναν έναν νόμο τόσο σκληρό για τη μετανάστευση, που η Μαρίν Λεπέν γιόρτασε ως δικό της επίτευγμα.