Από τις 30 Σεπτεμβρίου τίθεται σε εφαρμογή η «συνθηκολόγηση» του ελληνικού κράτους με τους καταπατητές δημοσίων εκτάσεων, οι οποίοι με ένα ευτελές τίμημα αποκτούν τίτλους κυριότητας για εκτάσεις που καταπάτησαν στο παρελθόν.
Όπως συμβαίνει και με τους πολέμους, όποιος καταπατήσει ξένη έκταση, σίγουρα κάτι θα πάρει στο τέλος της διαπραγμάτευσης, δίνοντας κάτι ελάχιστο. Οι καταπατητές, στην προκειμένη περίπτωση, θα πληρώσουν έως και το 20% της αντικειμενικής αξίας των εκτάσεων που «απαλλοτρίωσαν» από το ελληνικό Δημόσιο και θα είναι νόμιμοι κάτοχοι.
Και το ερώτημα που πλανάται φωναχτά ή σιωπηρά από πολλούς είναι «γιατί, παππού;». Γιατί, παππού, δεν καταπάτησες και εσύ μια δημόσια έκταση, ώστε να αποκτούσαμε και εμείς σήμερα ένα οικόπεδο; Αφού γνωρίζουμε όλοι πως νομοτελειακά το ελληνικό κράτος επιδεικνύει μια… πατρική στοργικότητα προς τους πολίτες του και μετά από χρόνια συγχωρεί όλες τις αμαρτίες τους.
Να πάρουμε τα αυθαίρετα που αφήνει τους πολίτες να τα κατασκευάζουν και μετά τα νομιμοποιεί έναντι αντιτίμου, την ελληνική πατέντα των ημιυπαίθριων χώρων, τη δόμηση εκτός σχεδίου που απαγορεύεται μεν, αλλά όσοι χτίζουν, δεν έχουν πρόβλημα εάν πληρώσουν;
Άλλο παράδειγμα κρατικής «μεγαλοψυχίας» είναι η επιβράβευση της ασυνέπειας στην πληρωμή των φόρων. Η ΑΑΔΕ έχει «χαρτοφυλάκιο» με ληξιπρόθεσμα χρέη ύψους 107 δισ. ευρώ. Από αυτά έχει χαρακτηρίσει ως ανεπίδεκτα είσπραξης χρέη ύψους άνω των 26 δισ. ευρώ, ομολογώντας ότι δεν μπορεί να τα εισπράξει. Αλλά και από τα υπόλοιπα 81 δισ. προοπτικές είσπραξης έχουν περίπου 10 δισ. ευρώ. Τα υπόλοιπα είναι οφειλές που συσσωρεύτηκαν επί σειρά ετών από οφειλέτες που δεν πλήρωσαν στην ώρα τους, κατάφεραν να ξεφύγουν από τις κατασχέσεις και απ’ ό,τι φαίνεται για πάντα. Εκείνος που έχασε είναι ο κρατικός προϋπολογισμός και όχι εκείνοι που δεν πλήρωσαν τους φόρους.
Για την αντιμετώπιση όλων αυτών των εγγενών αδυναμιών του κράτους, ακούστηκε κάτι στη ΔΕΘ από τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς; Όχι. Και δεν θα ακουστεί ούτε σε πολλές από τις επόμενες ΔΕΘ, διότι έρχεται σε αντίθεση με τη βασική ελληνική πολιτική πρακτική, που συνοψίζεται στο εξής: Γιατί να αντιμετωπίσεις ένα πρόβλημα σήμερα και να μην το αφήσεις για τις επόμενες γενιές;