Σε δυσθεώρητα ύψη έχουν απογειωθεί οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, οδηγώντας στην απόγνωση νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Κατά 76% έχει αυξηθεί η τιμή στα νοικοκυριά από τον περασμένο Απρίλιο, καθώς η μέση τιμή χονδρικής είναι στα 130 ευρώ ανά μεγαβατώρα, καταγράφοντας αύξηση 40% από τις αρχές του χρόνου και 117% από τον φθηνότερο μήνα, τον Απρίλιο.
Η βασική αιτία συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Η καταστροφή κρίσιμων ενεργειακών υποδομών της Ουκρανίας από τις ρωσικές δυνάμεις, έχει υποχρεώσει το Κίεβο- από εξαγωγός ηλεκτρικής ενέργειας πριν τον πόλεμο να εισάγει πλέον μεγάλες ποσότητες ενέργειας, κυρίως από τη Ρουμανία. Και εδώ αρχίζει το ντόμινο: Λόγω της διασύνδεσης των δικτύων της Ε.Ε. και για να μην υπάρξει μπλακ άουτ στη Ρουμανία, η Βουλγαρία εξάγει ρεύμα προς το Βουκουρέστι και η Ελλάδα στη Σόφια. Και οι ελλείψεις εκτοξεύουν τις τιμές στα ύψη, σε συνδυασμό φυσικά με το Χρηματιστήριο Ενέργειας, που έχει αλλάξει τα «φώτα» στο ρεύμα. Και αυτό γιατί το βασικό κριτήριο που διέπει τη λειτουργία του κλάδου της ηλεκτρικής ενέργειας έχει μετατραπεί από τη μεγιστοποίηση της κοινωνικής ωφέλειας στη μεγιστοποίηση του εταιρικού κέρδους.
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ψάχνει βέβαια να βρει μια σολομώντεια λύση για το πρόβλημα και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να κάνει κάποιες ανακοινώσεις στη ΔΕΘ, το Σάββατο.
Αλλά δυστυχώς, η βασική αιτία του προβλήματος θα παραμείνει: «Είναι η Ουκρανία, ηλίθιε», για να παραφράσουμε τη διάσημη φράση του Μπιλ Κλίντον για την οικονομία.
Οσο διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, φθηνό ρεύμα δεν πρόκειται να υπάρξει,ο ύτε για τα νοικοκυριά ούτε για τις επιχειρήσεις. Και δυστυχώς, οι συγκρούσεις κλιμακώνονται, όπως έδειξε και η χθεσινή ρωσική πυραυλική επίθεση στην Πολτάβα. Σε αντίποινα, προφανώς της ουκρανικής εισβολής στο Κουρτσκ.
Μια εισβολή σε ρωσικό έδαφος, που βρίσκεται σε αδιέξοδο, δεν έχει κατακτήσει κανένα ζωτικό κέντρο, ούτε έχει απορροφήσει μεγάλες ρωσικές δυνάμεις για την άμυνα της περιοχής. Οι Ρώσοι συνεχίζουν να προελαύνουν στο μέτωπο του Ντονμπάς.
Οι πραγματικοί στόχοι του προέδρου Ζελένσκι ήταν και πρέπει να θεωρούνται μόνο πολιτικοί. Θέλει να εμπλέξει όλο και περισσότερο στον πόλεμο την Ευρώπη, το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ.
Αλλωστε, σε αυτόν τον πόλεμο, γίνονται ταυτόχρονα δύο διαφορετικοί πόλεμοι: Από τη μια πλευρά υπάρχει ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας, από την άλλη ο πόλεμος Ρωσίας-Δύσης.
Δυστυχώς, ο πόλεμος μεταξύ Κιέβου και Μόσχας γίνεται όλο και περισσότερο στοιχείο της σύγκρουσης μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον. Και φυσικά και των Βρυξελλών, που τρέχουν ασθμαίνοντας πίσω από τους Αμερικανούς.
Ο Ζελένσκι θέλει να απελευθερώσει τη χώρα, να φέρει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ για να είναι σίγουρος για το μέλλον, αλλά ξέρει ότι η ανακατάκτηση της Κριμαίας και της Ανατολικής Ουκρανίας είναι αδύνατη μόνο με τις δυνάμεις της Ουκρανίας.
Η Μόσχα θέλει να κρατήσει την Κριμαία και το Ντονμπάς και δεν θέλει το ΝΑΤΟ στα ρωσικά σύνορα, αλλά δεν έχει τη δύναμη ή τους πόρους να κατακτήσει και να κυβερνήσει την Ουκρανία.
Η Ουάσιγκτον γνωρίζει επίσης καλά ότι οι στόχοι του Κιέβου είναι αδύνατοι, επομένως θέλει να αποδυναμώσει τη Μόσχα, ίσως και να ευνοήσει μια αλλαγή καθεστώτος.
Και το επικίνδυνο παιχνίδι συνεχίζεται. Χωρίς όρια και κανόνες.
Ο Τραμπ λέει βέβαια πώς αν εκλεγεί θα σταματήσει αμέσως τον πόλεμο, αλλά αποφεύγει να εξηγήσει το πώς. Και μέχρι τότε, τα νοικοκυριά θα κάνουν το σταυρό τους να είναι ήπιος και ο εφετινός χειμώνας.