Δραματική άνοδος των «αντισυστημικών δυνάμεων», επιστροφή του «λαϊκισμού», «επέλαση της ακροδεξιάς». Οι τίτλοι που περιγράφουν τις πολιτικές εξελίξεις στη γηραιά ήπειρο σκιαγραφούν ένα σκηνικό διαρκούς απειλής και σκοτεινών προοπτικών.
Η Γερμανία βίωσε μόλις έναν πολιτικό σεισμό στη Θουριγγία, του οποίου οι δονήσεις ταρακουνούν το Βερολίνο. Η Γαλλία, σε περιδίνηση εδώ και δύο μήνες μετά τις βουλευτικές κάλπες, ετοιμάζεται να επιλέξει πρωθυπουργό… από τα αζήτητα. Ονόματα που πιστεύαμε ότι ανήκουν στο παρελθόν όπως αυτά των Ολάντ και Σαρκοζί ήρθαν ξαφνικά ξανά στο προσκήνιο μαζί με εκείνα των Καζνέβ και Μπερτράν.
Και στην Ελλάδα της διαρκούς απουσίας υπευθύνων, που προτιμούμε τον «κανένα» για κυβέρνηση, παρακολουθούμε τις διαρκείς αλληλοκατηγορίες ενός συστήματος που έχει μάθει να διαγωνίζεται στις υποσχέσεις για «καλάθια παροχών» και να ρυθμίζει όλα τα άλλα, με απευθείας αναθέσεις.
Τι έχει πάει τόσο στραβά; Γιατί πολιτικοί και πολίτες είναι τόσο κουρασμένοι; Οι μεταναστευτικές ροές, η τρομοκρατία, οι πόλεμοι, το επίμονο κύμα ακρίβειας – όλα παίζουν τον ρόλο τους. Αλλά υπάρχει κάτι που είναι πάνω από όλα αυτά και πηγάζει από την (μη) αντιμετώπισή τους. Η αίσθηση πως δεν υπάρχει κανείς άξιος εμπιστοσύνης.
Οι πολίτες δεν γοητεύτηκαν ξαφνικά από τους λαϊκιστές. Απογοητεύτηκαν – επανειλημμένα και σταθερά – από όλους τους άλλους. Έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην εξουσία και εκείνους που υποτίθεται ότι την ελέγχουν. Το μαρτυρούν τα ποσοστά αποχής, που ζαλίζουν, ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων και οι δημοσκοπήσεις που κάνουν καρέκλες να τρίζουν.