Μια συσκευασία καφέ εσπρέσο 250 γραμμαρίων περί τα τέλη Ιουλίου κόστιζε, σε μεγάλο σούπερ μάρκετ της Αττικής, 4,10 ευρώ.
Χθες, η ίδια συσκευασία, στο ίδιο σούπερ μάρκετ κόστιζε 6,38 ευρώ. Ωστόσο, χθες επίσης, κατάστημα της επαρχίας ήταν πιο ανταγωνιστικό, αφού την ίδια συσκευασία και μάρκα του καφέ την πωλούσε προς 4,40 ευρώ.
Οι κάψουλες του καφέ, από 6,20 ευρώ το κουτί, που ήταν η τιμή πώλησής τους προ μηνός, ξεπέρασαν οριακά τα 7 ευρώ. Ίσως έφταιξε η ανομβρία στη Βραζιλία και οι μουσώνες στην Ινδία.
Άλλο παράδειγμα. Συσκευασία επώνυμου σαμπουάν περιείχε μέχρι πρότινος 360 ml. Η νέα συσκευασία περιέχει 300 ml και πωλείται, στη χονδρική, στην ίδια τιμή που πωλούνταν η μεγαλύτερη συσκευασία. Αντίστοιχα θα πωλείται και στη λιανική και οι καταναλωτές θα έχουν την εντύπωση πως η τιμή συγκρατήθηκε.
Εκεί που υποτίθεται ότι θα έμπαινε μια τάξη στο χάος της αγοράς παρατηρούνται φαινόμενα που δεν έχουν λογική εξήγηση, όπως το ίδιο προϊόν να είναι φθηνότερο στην επαρχία σε σύγκριση με την Αθήνα, αλλά και να συνεχίζονται οι «κρυφές» ανατιμήσεις των επώνυμων αγαθών.
Το χειρότερο είναι πως η πληθωριστική ψυχολογία έχει διαχυθεί παντού και λειτουργούν στο πλαίσιο αυτό άπαντες, όπως διαπίστωσαν όσοι επισκέφθηκαν τουριστικούς ή μη προορισμούς στη διάρκεια του καλοκαιρού. Οι τιμές στην εστίαση ξέφυγαν, τα λαχανικά δίπλα στο χωράφι πωλούνται στην ίδια υψηλή τιμή που πωλούνται τα ίδια προϊόντα από τον έμπορο. Και ας είναι η ίδια παραγωγή, με την ίδια περιεκτικότητα σε λιπάσματα. Λόγω ακρίβειας, υποστηρίζει ο παραγωγός.
Τα ανωτέρω παραδείγματα είναι ενδεικτικά και αφορούν τα συγκεκριμένα προϊόντα, αλλά οφείλουν οι υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης να διερευνήσουν μήπως (γιατί όχι;) πρόκειται για γενικότερο φαινόμενο και να επανεξετάσει η κυβέρνηση τη φαρέτρα των μέτρων που έλαβε, τα οποία δεν φαίνεται να αποδίδουν.