Σαν σήμερα, στις 20 Αυγούστου του 2018, η Ελλάδα εξήλθε από τα τρία μνημόνια στα οποία είχε οδηγηθεί το 2010, λόγω της άφρονος δημοσιονομικής πολιτικής της δεκαετίας του 2000 και του κόστους των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 2022, η χώρα εξήλθε και από τη (χαλαρότερη) μεταμνημονιακή εποπτεία, στην οποία έβαλαν οι «θεσμοί» την Ελλάδα, επειδή δεν ήταν και τόσο σίγουροι ότι δεν κάνουμε τους κεφαλιού μας.
Εκείνοι που πανηγύρισαν περισσότερο τις συγκεκριμένες στιγμές ήταν οι εκάστοτε πρωθυπουργοί, ο Αλέξης Τσίπρας τον Αύγουστο του 2018 και ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον Αύγουστο του 2022, καθώς και οι υπουργοί Οικονομικών.
Οι υπόλοιποι δεν είχαν λόγους για πανηγυρισμούς. Είτε επειδή είναι περίοδος διακοπών και ήταν στις παραλίες, είτε επειδή η έξοδος από τα μνημόνια δεν άλλαξε σχεδόν τίποτα στη ζωή τους.
Τα περισσότερα από τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν κατά την οκταετία των μνημονίων παραμένουν ατόφια ακόμα και σήμερα και τροφοδοτούν με υπερέσοδα τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ο φόρος κατοχής ακινήτων, που επιβλήθηκε το 2011 και μετεξελίχθηκε στον ΕΝΦΙΑ, είναι ένα μνημονιακό μέτρο που ήρθε για να μείνει. Η σχετική λίστα είναι μεγάλη και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το Τέλος Επιτηδεύματος σε επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, την Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων, την αύξηση του κανονικού συντελεστή ΦΠΑ από το 19%, που ήταν το 2010, στο σημερινό 24%, την αύξηση στα υψηλότερα όρια της Ε.Ε. των φόρων των καυσίμων – φόροι που παραμένουν στα ψηλά.
Συγχρόνως, διατηρούνται στα χαμηλά οι μισθοί, συντηρώντας το brain drain, ενώ μονιμοποιήθηκαν οι διαδοχικές μειώσεις των συντάξεων πλην ελαχίστων διορθώσεων που επέβαλαν τα ανώτατα δικαστήρια.
Κοντολογίς, η έξοδος από τα μνημόνια έχει τυπικό χαρακτήρα, διότι ουσιαστική «έξοδος» με τόσα μνημονιακά μέτρα εν ισχύι δεν νοείται.