To ερώτημα εάν το σεισμικό sell off της Δευτέρας ήταν ένα σοκ αφύπνισης ή μόνον η αρχή μιας βαθιάς, χρηματιστηριακής και οικονομικής κρίσης, είναι το ερώτημα των 6,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Για την ακρίβεια, όταν μέσα σε μία ημέρα χάνονται αξίες 6,4 τρισ. ελάχιστοι είναι οι πρόθυμοι να ποντάρουν έστω κι ένα δολάριο στα μελλούμενα.
Ένα πράγμα όμως είναι ήδη σαφές: ότι οι πυλώνες πάνω στους οποίους πάτησε το παγκόσμιο πάρτι των αγορών τα τελευταία χρόνια κλονίστηκαν βαριά. Κλονίστηκαν οι τρεις, σχεδόν δογματικές, βεβαιότητες που, όπως επισημαίνει και το Bloomberg, είχαν ισχυρές δόσεις αφέλειας: Η αμερικανική οικονομία ήταν και θα είναι ασταμάτητη, η τεχνητή νοημοσύνη θα σαρώσει τα πάντα και θα φέρει επανάσταση σε όλο το φάσμα της επιχειρηματικότητας και η Τράπεζα της Ιαπωνίας δεν θα αυξήσει ποτέ το κόστος του χρήματος – ή, τουλάχιστον, δεν θα το αυξήσει τόσο ώστε να επηρεάσει τις αγορές.
Όλα τα θέσφατα όμως ράγισαν μέσα στις τελευταίες δύο εβδομάδες. Τα στοιχεία για την απασχόληση έδειξαν ότι η αμερικανική οικονομία είναι ευάλωτη. Τα τριμηνιαία αποτελέσματα των big techs δεν δικαίωσαν, προσώρας τουλάχιστον, τα θηριώδη στοιχήματα στην ΑΙ. Και η Τράπεζα της Ιαπωνίας αύξησε τα επιτόκιά της για δεύτερη φορά μέσα σε έναν χρόνο.
Τα υπόλοιπα τα ανέλαβαν οι φόβοι για την οικονομία της Κίνας, η κάμψη του Τραμπ στις δημοσκοπήσεις, μαζί και η κάμψη του «Trump trade», και εν τέλει η απειλή για ανεξέλεγκτη γενίκευση του πολέμου στη Μέση Ανατολή.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν απαραιτήτως ότι ζούμε τις πρώτες δονήσεις ενός νέου κραχ, είτε όπως εκείνο του 1987 είτε του 2007. Θυμίζουν όμως ότι οι αγορές δεν λειτουργούν σε κενό. Και θυμίζουν κι εκείνο που έλεγε ο Τζορτζ Σόρος – ότι παράγουν ανακλαστικότητα. Ότι έχουν, δηλαδή, τη δύναμη να δημιουργούν γρήγορα μια νέα πραγματικότητα στην οποία πρέπει να μάθει να ζει ο επενδυτικός και οικονομικός κόσμος.
Μπορεί επίσης κάποιοι αναλυτές να δραματοποιούν τη βίαιη διόρθωση της Δευτέρας προβλέποντας νέα παγκόσμια οικονομική κρίση. Μπορεί όμως, όπως σημειώνουν και οι «Financial Times», οι φόβοι τους να εξελιχθούν σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία εάν οι κεντρικές τράπεζες αποτύχουν να διαχειριστούν και να απαντήσουν στη νέα πραγματικότητα.