«Έχουμε μία πληθωριστική κρίση που καθιστά τη ζωή απρόσιτη, καταστρέφει τα εισοδήματα της εργατικής τάξης και των οικογενειών χαμηλού εισοδήματος, συντρίβει πολύ απλά τους ανθρώπους μας». Και «στους σκληρά εργαζόμενους, σε όσους εγκαταλείφθηκαν, λέω, ότι δεν θα σας ξεχάσω».
Δηλώσεις γνήσιου…αριστερού θα έλεγε κανείς. Πρόκειται, όμως για απόσπασμα από την ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ στο Συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων, με την οποία και αποδέχθηκε επισήμως – για τρίτη φορά- το χρίσμα του υποψηφίου προέδρου του κόμματος. Σε αυτή την ομιλία υποσχέθηκε κρατικό παρεμβατισμό, προκειμένου «να επιστρέψουν οι θέσεις εργασίας της αυτοκινητοβιομηχανίας στη χώρα μας», δεσμευόμενος μεταξύ άλλων να απαγορεύσει την ανέγερση εργοστασίων παραγωγής αυτοκινήτων στο Μεξικό, την Κίνα ή άλλες χώρες.
Είναι η ίδια ομιλία στην οποία, σε ένα ακροδεξιό κρεσέντο, χαρακτήρισε τους μετανάστες εισβολείς και εγκληματίες. Αλλά οι ψηφοφόροι δεν θα σταθούν σε αυτό. Αν κάποιος επαναφέρει τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, αυτή θα είναι η εργατική τάξη. Και σε αυτήν ανήκουν και οι δεύτερης και τρίτης γενιάς μετανάστες, που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν απωθούνται από τις επιθέσεις τους πρώην (και πιθανότατα μελλοντικού) προέδρου για αυτούς «που έρχονται από παντού!», σαν να πρόκειται για μάστιγα ή απειλή.
Ο Τραμπ στην ομιλία του μίλησε στα νοικοκυριά μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος με τρόπο που το Δημοκρατικό Κόμμα έχει ξεχάσει πώς να το κάνει. Είναι το ίδιο που συμβαίνει και στην Ευρώπη. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποκόπηκαν από αγρότες, εργάτες, υπαλλήλους μεσαίων εισοδημάτων, όσους παλεύουν με μία οικονομική ανασφάλεια διαρκείας που έχουν πυροδοτήσει οι αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων δύο δεκαετιών. Ποιοι κάλυψαν το κενό; Οι Πράσινοι; Οι Αριστεροί; Οι κεντροδεξιοί; Κανείς άλλος όσο η Λεπέν, η Μελόνι, ο Όρμπαν – και ας τους βάλει ο καθένας ό,τι ετικέτα θέλει.
Ο Τραμπ στο πλευρό του επέλεξε έναν άνθρωπο, που προκαλεί ανατριχίλα στον Ζελένσκι και πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες, έναν πολιτικό που έφτασε στο σημείο να χαρακτηρίσει τη Βρετανία “ισλαμιστική χώρα” (λόγω των μαζικών φιλο-παλαιστινιακών διαδηλώσεων). Αλλά δεν θα τον ψηφίσουν (ή απορρίψουν) για αυτό. Θα τον στηρίξουν γιατί απευθύνεται πιο άμεσα από τον καθένα στην αμερικανική εργατική τάξη. Από τα σπλάχνα της προέρχεται και ας εξελίχθηκε σε πλούσιο επιχειρηματία του χρηματοοικονομικού τομέα.
«Μεγάλωσα στο Μιντλτάουν του Οχάιο, μια μικρή πόλη όπου οι άνθρωποι έλεγαν τη γνώμη τους, έχτιζαν με τα χέρια τους και αγαπούσαν τον Θεό τους, την οικογένειά τους, την κοινότητά τους και τη χώρα τους με όλη τους την καρδιά», είπε ο Τζέι ντι Βανς στη δική του ομιλία στο συνέδριο, «Ήταν ένα μέρος που είχε τεθεί στο περιθώριο, που είχε ξεχαστεί από την άρχουσα τάξη της Αμερικής στην Ουάσιγκτον», εξήγησε. «Σε πόλεις όπως η δική μου ή δίπλα στην Πενσυλβάνια ή στο Μίσιγκαν, οι θέσεις εργασίας εστάλησαν στο εξωτερικό και τα παιδιά στον πόλεμο», είπε και διεμήνυσε ότι αυτό πια θα τελειώσει.
Αν και τα πάντα μπορούν να συμβούν τους επόμενους μήνες – έχουμε μάθει πια στις εκπλήξεις – οι εκλογές της 5ης Νοεμβρίου δεν αποκλείεται να επιβεβαιώσουν ότι αυτό είναι το μήνυμα που βγάζει την εργατική τάξη από το περιθώριο. Αυτό που τη φέρνει δυναμικά στην κάλπη. «Οι φτωχοί ψηφίζουν λάθος», είχαμε κάποτε ακούσει. Κάποιοι δεν έχουν ακόμη ξεφύγει από αυτή τη λογική. Αλλά το μόνο επίμονο λάθος είναι από εκείνους, που αφήνουν λαϊκιστές και άκρα να δείχνουν πως μόνο αυτοί ξέρουν να ακούν και να ανταποκρίνονται στα αιτήματα των μη προνομιούχων.