Οι νόμοι της αγοράς αποδεικνύονται για μία ακόμη φορά ισχυρότεροι των πολιτικών προθέσεων και στρατηγικών.
Τα όσα συνέβησαν τα τελευταία δύο χρόνια στον τομέα της ενέργειας και ειδικότερα στο φυσικό αέριο καταδεικνύουν την αδυναμία των Ευρωπαίων πολιτικών να επιβάλουν άποψη ανταποκρινόμενοι στις υποσχέσεις τους.
Η ρωσο-ουκρανική κρίση αρχικά αποκάλυψε την υπερβολική και άκρως επικίνδυνη για την Ευρώπη εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Λύση -ανάγκης όπως φάνηκε- αναζητήθηκε μέσω του LNG και της έντασης στην παραγωγή πράσινης ενέργειας, ωστόσο το αποτέλεσμα δεν ήταν το επιδιωκόμενο.
Σήμερα, και ενώ μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, η εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, αν και μειωμένη, παραμένει σε υψηλό επίπεδο και αυτό έπειτα από μια υπερπροσπάθεια να υπάρξει πλήρης απεξάρτηση.
Οι κανόνες της αγοράς, ο διεθνής ανταγωνισμός και η ανάγκη της Ευρώπης να παραμείνει -στο μετρό του δυνατού- ανταγωνιστική στο διεθνές εμπόριο ή με μια φράση «να προμηθεύεται φθηνή ενέργεια» την κράτησαν στην… ποδιά της Ρωσίας, με τους αγωγούς φυσικού αερίου να παραμένουν ενεργοί.
Την ίδια στιγμή, το εγχείρημα της πράσινης μετάβασης αποδείχθηκε ακριβότερο του αναμενομένου. Πλέον, οι προθεσμίες προσαρμογής χρονοκαθυστερούν, τα προς επένδυση κεφάλαια γιγαντώνονται και η ανακολουθία πολιτικών στοχεύσεων δεν έχει προηγούμενο.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι το δυσβάστακτο κόστος για το πρασίνισμα των οικονομιών έθεσε εν αμφιβόλω ευρωπαϊκές θέσεις και πολιτικές. Η ηγεσία της Ε.Ε. βρέθηκε στο στόχαστρο της αγοράς, με τα ιδιαιτέρως επικριτικά σχόλια περί αναποτελεσματικότητας να καθορίζουν τις απαιτήσεις για τους νέους παροικούντες τις Βρυξέλλες.
Το φορτίο που θα αναλάβουν προδιαγράφεται βαρύ και η ευθύνη να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων μεγάλη…