Σε αυτές τις πρόωρες και βιαστικές βουλευτικές εκλογές που προκήρυξε ο Εμανουέλ Μακρόν υπάρχει κάτι πολύ ενδιαφέρον: η πολύ μεγάλη συμμετοχή, τουλάχιστον στον α’ γύρο. 66,71% για την ακρίβεια, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του γαλλικού υπουργείου Εσωτερικών.
Βέβαια έχουμε φτάσει σε μια (απολιτίκ) εποχή που θεωρείται είδηση να συμμετέχει ο κόσμος στα κοινά.
Ο Γάλλος πρόεδρος, βλέποντας το στραπάτσο στις Ευρωεκλογές, όπου και πάλι είχε υψηλή συμμετοχή, αποφάσισε να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να φέρει το -κάποτε αδιανόητο-, την ακροδεξιά προ των πυλών της εξουσίας.
Οι Γάλλοι (που δουλεύουν κατά μέσο όρο 36 ώρες/εβδομάδα) έδωσαν σαφές προβάδισμα στη Μαρίν Λε Πεν.
Αυτό τι σημαίνει; Έγιναν όλοι οι πολίτες θιασώτες των απόψεων της Εθνικής Συσπείρωσης; Όχι φυσικά.
Μάλλον αποδοκίμασαν τις πολιτικές του Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος με το πρόσχημα και την απειλή της έλευσης της Λε Πεν στην εξουσία, κατόρθωσε να εξοργίσει τους Γάλλους.
Και τώρα, με τον Ζορντάν Μπαρντελά να είναι ένα βήμα από το να πάρει τα «κλειδιά» του Ματινιόν, το προεδρικό στρατόπεδο δυσκολεύεται να δώσει ξεκάθαρη «γραμμή» στον β’ γύρο, παρά την απόσυρση υποψηφίων του. Προτιμά το «κανέναν από τους δύο», μεταξύ Λαϊκού Μετώπου της Αριστεράς και Rassemblement National.
Ο βοναπαρτισμός του Μακρόν τού κόστισε: από τις πολιτικές του που έφεραν το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, μέχρι το νομοσχέδιο για τις συντάξεις που το πέρασε μέσα στη νύχτα με έναν νόμο, έως τις επικίνδυνες δηλώσεις του για την αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία.
Και το 66,7% είναι ένα πάρα πολύ υψηλό ποσοστό συμμετοχής, που στέλνει ένα σαφέστατο μήνυμα τόσο στο Παρίσι, όσο και στις Βρυξέλλες.