Η τουριστική έκρηξη της προηγούμενης τριετίας -σε παγκόσμια κλίμακα- αποδόθηκε σε μεγάλο βαθμό στο φαινόμενο του «revenge travel», στην άνευ προηγουμένου διάθεση των ανθρώπων να ταξιδέψουν χωρίς αύριο, να πάρουν το αίμα τους πίσω, να ζήσουν τη ζωή που στερήθηκαν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού και των lockdowns.
Και από πέρυσι, η συζήτηση άρχισε για το κατά πόσον αυτό το φαινόμενο θα μπορούσε να διατηρηθεί ειδικά λόγω της ακρίβειας που «τρώει» τα εισοδήματα των καταναλωτών σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Η δυναμική αυτού του φαινομένου γίνεται ακόμη πιο ισχυρή αν αναλογιστεί κανείς πως όλα αυτά τα ταξίδια -που ανέβασαν την τουριστική κίνηση σε επίπεδα ρεκόρ ξεπερνώντας το 2019- συνέβησαν σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών αναταράξεων: τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Λωρίδα της Γάζας.
Οι πρώτες ενδείξεις για το 2024 δείχνουν πως ο παγκόσμιος τουρισμός παραμένει πολύ ισχυρός, όμως τα σημάδια κόπωσης είναι εμφανή. Η ζήτηση για ταξίδια παραμένει σε υψηλά επίπεδα, όμως η τάση επιβραδύνεται καθώς οι πολίτες αναζητούν φθηνότερες επιλογές, με αποτέλεσμα οι κρατήσεις να βρίσκονται αυτή την περίοδο στα περσινά επίπεδα. Πολλά θα κριθούν από τις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής για τη θερινή περίοδο που άρχισε και το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον αεροπορικές εταιρείες και ξενοδοχεία θα προχωρήσουν σε εκπτώσεις για να τονώσουν το ενδιαφέρον. Στην καλύτερη θέση βρίσκονται και φέτος οι Αμερικανοί ταξιδιώτες, εκμεταλλευόμενοι την ισχύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου κυρίως έναντι του ευρώ.
Η καλοκαιρινή σεζόν άνοιξε με την πτώχευση του γερμανικού tour operator FTI, αφήνοντας σημαντικό κενό στις χώρες που δραστηριοποιείται – και στη χώρα μας. Σε λιγότερο από τρεις μήνες θα γνωρίζουμε αν η παγκόσμια τουριστική βιομηχανία θα επιστρέψει σε μια νέα κανονικότητα, χωρίς εκδικητικές τάσεις.