Στον τουρισμό έχουν στηριχθεί πολλές από τις ελπίδες της ελληνικής Οικονομίας να διατηρήσει και φέτος θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μόνο που όσο δεν ρυθμίζονται οι όροι εργασίας, όσο δεν τακτοποιούνται τα μισθολογικά ζητήματα, όσο παραμένει η εικόνα της εκμετάλλευσης και της ταλαιπωρίας, τόσο θα κινδυνεύει ο συγκεκριμένος «γίγαντας» να καταρρεύσει, από τα «πήλινα πόδια» που θα του έχει φορέσει η Πολιτεία. Οι κενές θέσεις εργασίας είναι τόσο προφανείς, που πλέον δημιουργούν ξεκάθαρο πρόβλημα στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Για παράδειγμα, το γεγονός ότι τα πεντάστερα ξενοδοχεία, την περίοδο αιχμής (Ιούλιος – Αύγουστος) χρεώνουν τα δωμάτιά τους, κατά μέσο όρο με τιμές που ξεπερνούν τα 400 ευρώ την ημέρα, προφανώς δεν ενοχλεί. Τα ακριβά πορτοφόλια διαθέτουν και πληρώνουν, ούτε λόγος. Όμως θέλουν και τις ανάλογες υπηρεσίες. Όταν υπάρχουν ξενοδοχεία που αναγκάζονται να προσφέρουν υπηρεσίες καμαριέρας κάθε δύο μέρες, τότε μάλλον τα συγκεκριμένα «ακριβά πορτοφόλια» δεν θα μείνουν και τόσο ευχαριστημένα. Άρα, μάλλον θα το ξανασκεφτούν να ξαναπεράσουν από τα μέρη μας. Η συγκεκριμένη αποκάλυψη έγινε από τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας των εργαζομένων στον κλάδο, Γιώργο Χότζογλου, με την επισήμανση ότι αν συνεχιστεί αυτός ο κατήφορος ποιότητας, τότε μάλλον θα είναι το τελευταίο καλοκαίρι που θα χαρούμε τα οφέλη του τουρισμού για την ελληνική Οικονομία.
Πριν σπεύσουν οι πάσης λογής ειδήμονες να μιλήσουν για «Κασσάνδρες», ας δουν τι γίνεται και στο πεδίο των μετακλητών και μετά ας βγάλουν τα συμπεράσματά τους: Πέρσι η ζήτηση που υπήρχε ήταν για περίπου 9.000 θέσεις στον κλάδο του τουρισμού. Τελικά, πραγματοποιήθηκαν μόλις 300 προσλήψεις! Φέτος, που η ζήτηση φτάνει στις 11.000 θέσεις, τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι θα προκύψουν σημαντικά περισσότερες προσλήψεις μετακλητών;
Είναι γεγονός ότι ο Τουρισμός αποτελεί ένα σημαντικότατο κομμάτι της ελληνικής οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις ξεκινά η θερινή τουριστική περίοδος, αυτόματα η αγορά εργασίας ανασαίνει. Τα στοιχεία του συστήματος Εργάνη δείχνουν ότι τον Μάρτιο προέκυψαν 63.689 νέες θέσεις εργασίας. Ο αριθμός αυτός είναι ο καλύτερος που έχει καταγραφεί τα τελευταία 23 χρόνια. Όμως, οι κενές θέσεις δεν θέλουν να καλυφθούν! Στις 53.000 τις τοποθετούν οι συνδικαλιστές και αν προσθέσουμε και την εστίαση, τότε ίσως υπερβούν τις 80.000 συνολικά. Πρόκειται για αριθμό που είναι πρακτικά αδύνατο να καλυφθεί από τις μετακλήσεις εργαζομένων από το εξωτερικό, όσο έγκαιρα και αν πραγματοποιηθούν φέτος.
Άρα, ο «κλήρος» πέφτει πάλι στους εναπομείναντες εργαζόμενους. Αυτοί θα δουλέψουν χωρίς ρεπό, αυτοί θα δουλέψουν υπερωρίες, αυτοί θα δώσουν το «κάτι παραπάνω» για να βγουν οι βάρδιες και να μείνουν ευχαριστημένοι οι πελάτες. Προφανώς και πρέπει να λάβουν και το ανάλογο αντίτιμο, που, ευτυχώς, κάποιοι εργοδότες είναι πρόθυμοι να το προσφέρουν.
Όμως, τα όρια αντοχής είναι δεδομένα και δεν αυξάνονται, όσο και αν αυξηθεί ο μισθός. Ο κίνδυνος εργατικών ατυχημάτων, ειδικά για λόγους υπερεργασίας είναι και πάλι ορατός. Τελικά, η ανθρώπινη ζωή που έχει τη μεγαλύτερη αξία, είναι εκείνη που συνθλίβεται εξαιτίας της ελλιπούς προσέγγισης και αντιμετώπισης του προβλήματος, από την πλευρά της Πολιτείας.
Οι χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας δεν προέκυψαν ως δια μαγείας: Είναι αποτέλεσμα του δίχρονου λουκέτου της πανδημίας, που ανάγκασε χιλιάδες επαγγελματίες του κλάδου να ψάξουν και να βρουν αλλού δουλειά. Είναι αποτέλεσμα όμως και των παρατεταμένων προβληματικών συνθηκών εργασίας, που επί σειρά ετών ταλαιπωρούν χιλιάδες εργαζόμενους του κλάδου. Όταν στη «γειτονιά» μας υπάρχουν χώρες όπως η Κροατία, η Ισπανία, ακόμα και η Αυστρία, που προσφέρουν ισάξιες ή καλύτερες αμοιβές, με σαφώς πιο οριοθετημένες συνθήκες απασχόλησης, μην ψάχνουμε να βρούμε γιατί και φέτος θα μείνουν ακάλυπτες χιλιάδες θέσεις εργασίας στην Ελλάδα. Ο γίγαντας έχει πήλινα πόδια και, δυστυχώς, το γνωρίζει και ο ίδιος.