Ένα τοπίο είναι μια ψυχική κατάσταση ή μήπως το αντίστροφο; Η πόλη πνιγμένη στη σκόνη, η πόλη θολή σφίγγει το λαιμό, τα μάτια, τα ρουθούνια. Κουρέλια κόκκων περιφέρονται, η ατμόσφαιρα σαν απειλή, σαν μια βροντή που δεν ακούγεται, καμωμένη μόνο με σκόνη. Λασποβροχή ζυγώνει;
Με τον Όμηρο μας ενώνει. Στην Ιλιάδα γράφει για ματωμένες σταγόνες (αιματόεσσες ψιάδες) που έριξε ο Δίας για να τιμήσει το γιο του Σαρπηδόνα που είχε σκοτωθεί από τον Πάτροκλο («Ως έφατ’, ουδ’ απίθησε πατήρ ανδρών τε θεών τε αιματοέσσας δε ψιάδας κατέχευεν έραζε παίδα φίλον τιμών», Ραψωδία Π, στίχοι 458-460)
Και στη μετάφραση Καζαντζάκη-Κακριδή: «Είπε, κι ο κύρης των αθάνατων και των θνητών το δέχτη, και ματερές ψιχάλες έριξε στο χώμα, να τιμήσει τον ακριβό το γιο του θέλοντας».
Ματωμένες ψιχάλες. Η χλομάδα του γκρίζου έχει ένα καφεκόκκινο ή μήπως καφεκίτρινο στη θλίψη της. Ταξίδι της σκόνης από τότε που η Σαχάρα έπαψε να είναι πράσινη. Αιματόεσσες ψιάδες βαραίνουν, μα κοντοστέκονται, δε βγαίνουν. Στην «Ασπίδα του Ηρακλή» (Έργα και Ημέρες, Θεογονία, 385) μένουν.
Στα χρόνια τα βυζαντινά, τα ασυνήθιστα ρευστά θεωρούνται κακοί οιωνοί που δηλώνουν θεία οργή. «Ο Θεσσαλονίκης Ευστάθιος πίστευε ότι η πτώση χαλαζιού κοκκινωπού χρώματος στην περιοχή του Αξιού προανήγγειλε την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Νορμανδούς (Φαίδων Κουκουλές: Βυζαντινών βίος και πολιτισμός), ενώ ο Νικήτας Χωνιάτης, περιγράφοντας την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Φράγκους, αναφέρει ότι τη συμφορά αυτή δεν προμήνυσαν “ψεκάδες ουρανόθεν αιματόεσσαι” (Χρονική Διήγησις, 775,6)», αντιγράφω από το blog του μαθηματικού-μετεωρολόγου Δημήτρη Ζιακόπουλου.
Σκονισμένη μέρα, καινούργια, ρευστή, αβέβαιη. Ένα τοπίο είναι μια ψυχική κατάσταση ή μήπως το αντίστροφο; Σκονισμένος κόσμος, θολός, ασυνάρτητος, που στάζει πολέμους, κρίσεις, κινδύνους κι αναζητήσεις, δράκους της Ανατολής, φαντάσματα της Δύσης. Τα μεγάλα τοπία είναι για αύριο, μα πώς τις ματωμένες ψιχάλες να συνηθίσεις;