Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ξεκάθαρο πως έχει καθοριστικές επιπτώσεις στη ζωή των ευρωπαίων πολιτών. Η χώρα μας μπορεί και πρέπει σε επίπεδο ΕΕ να μην είναι ουραγός των εξελίξεων αλλά συνδιαμορφωτής τους. Ιδιαίτερα σε ένα διεθνοποιημένο περιβάλλον πολλαπλών προκλήσεων και γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων είναι πρόδηλο πως η Ελλάδα οφείλει να διεκδικήσει έναν χειραφετημένο ρόλο στην χάραξη ευρωπαϊκών πολιτικών.
Αξίζει εκ προοιμίου να αναφερθεί πως η διαμόρφωση κοινών ευρωπαϊκών πολιτικών αποτελεί συχνά μια άσκηση ισορροπιών ή ακόμη και δύσκολων συμβιβασμών ανάμεσα στα κράτη-μέλη γεγονός που αναδεικνύει πως σε ευρωπαϊκό επίπεδο η χώρα πρέπει να εκπροσωπείται από πολιτικές και πρόσωπα που θα εξυπηρετούν στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών τους κοινούς στόχους προσαρμοσμένους και εναρμονισμένους με το συμφέρον των Ελλήνων πολιτών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αναγκαιότητας αποτελεί η διαμόρφωση και εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Δυστυχώς στη νέα ΚΑΠ η κυβέρνηση της ΝΔ δεν μπόρεσε, λαμβάνοντας τις ιδιαιτερότητες της εγχώριας παραγωγής, να στοχεύσει στην αξιοπρεπή διαβίωση των παραγωγών, τη συνέχιση της αγροτικής παραγωγής, την προσφορά προϊόντων ποιότητας και σε προσιτές τιμές για τους καταναλωτές και την ενίσχυση της εθνικής οικονομίας.
Το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο (ΕΣΣ) που κατατέθηκε στην ΕΕ από την κυβέρνηση διαμορφώθηκε εις βάρος των μικρομεσαίων αγροτικών επιχειρήσεων με αποτέλεσμα στον πρώτο χρόνο εφαρμογής του ο αγροτικός κόσμος να οδηγείται σε αδιέξοδο και πολλοί παραγωγοί να εγκαταλείπουν το αγροτικό επάγγελμα. Η μείωση των αγροτικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων αποτελεί τεράστιο κίνδυνο για την επισιτιστική επάρκεια της χώρας και την συγκράτηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο.
Η αναθεώρηση του ΕΣΣ πρέπει να είναι άμεση προτεραιότητα και να γίνει με σοβαρότητα, γνώση και διάλογο με τον αγροτικό κόσμο καθώς και με τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας. Η παράλληλη χρήση εργαλείων ρύθµισης των τιµών και ελέγχου της κερδοσκοπίας με το χτύπημα των καρτέλ και των ελληνοποιήσεων, η μείωση του κόστους παραγωγής, ο στρατηγικός προσανατολισμός διάθεσης πόρων από το ΤΑΑ, είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για να μην οδηγηθούμε σε μεγαλύτερη συρρίκνωση της αγροτικής οικονομίας.
Ως ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχουμε καταθέσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο από τη μια για την αντιμετώπιση του υψηλού κόστους παραγωγής και από την άλλη για έναν στρατηγικό σχεδιασμό με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη της γεωργίας, κτηνοτροφίας, μελισσοκομίας, αλιείας και βιομηχανίας τροφίμων και ποτών. Στην αναθεώρηση της ΚΑΠ απαιτείται η αντιμετώπιση των γραφειοκρατικών διαδικασιών με ταυτόχρονο επανασχεδιασμό του ΕΣΣ που θα επαναφέρει το ύψος των ενισχύσεων που αφαιρέθηκαν από τον Πυλώνα των επιδοτήσεων (ύψους 240 εκ ευρώ/έτος) και θα απλοποιεί τα οικολογικά σχήματα και τις γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Καθοριστικά ζητήματα που θα τονώσουν την αγροτική παραγωγή είναι επίσης η αποκατάσταση των πληρωμών του ΟΠΕΚΕΠΕ και η συμπερίληψη στον κανονισμό του ΕΛΓΑ νέων ασφαλιστικών κινδύνων με θεσμοθέτηση προκαταβολών και διμερή ισόποση χρηματοδότηση του ΕΛΓΑ από τους παραγωγούς και το Ελληνικό Δημόσιο. Επιπρόσθετα απαιτείται η πιστοποίηση του αγροτικού επαγγέλματος και η ένταξη όλων των αιτούντων νέων αγροτών που πληρούν τις προϋποθέσεις στα προγράμματα νέων αγροτών για την δημογραφική ανανέωση του ανθρώπινου αγροτικού δυναμικού.
Η χώρα πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην αξιοποίηση της σχολάζουσας δημόσιας αγροτικής γης, τη βελτίωση του νόμου των συνεταιρισμών, την εξειδίκευση κλαδικών σχεδίων σε όλους τους τομείς, τη στήριξη ορεινών και νησιωτικών περιοχών και την επιτάχυνση της ευφυούς γεωργίας. Ταυτόχρονα απαιτείται η ρύθμιση των αγροτικών χρεών και η δημιουργία αγροτικής τράπεζας.
Τα παραπάνω ζητήματα κρίνονται τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι αριστερές, δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις της χώρας οφείλουμε να εργαστούμε στην ΕΕ για μια σοβαρή, αξιόπιστη και αποτελεσματική ευρωπαϊκή στρατηγική με σεβασμό στο περιβάλλον για τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων, τη διατήρηση των τοπίων και της βιοποικιλότητας, τη στήριξη των αγροτών, τη βελτίωση της παραγωγικότητας, τη σταθερή προσφορά ποιοτικών τροφίμων σε προσιτές τιμές και την κοινωνική συνοχή.