Με ένα από τα γνωστά χαριτωμένα βιντεάκια του στο TikTok, το αγαπημένο μέσο κοινωνικής δικτύωσης των νέων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τους ενημέρωσε χθες βράδυ για την έναρξη ισχύος του αυξημένου κατώτατου μισθού.
«Από σήμερα λοιπόν ο κατώτατος μισθός πηγαίνει από τα 780 στα 830 ευρώ. Μιλάμε για μια σωρευτική αύξηση από το 2019 όπου ο κατώτατος μισθός ήταν στα 650 ευρώ της τάξης του 28%», είπε και κατέληξε ως εξής: «Λύσαμε το πρόβλημα; Όχι προφανώς, κάνουμε όμως ένα ακόμη σημαντικό βήμα ώστε και στα ζητήματα των μισθών επιτέλους να γίνουμε Ευρώπη».
Οι πολιτικοί αρέσκονται στους «μεγάλους» αριθμούς και τα ποσοστά, γιατί θολώνουν την εικόνα. Aποφεύγουν δε, να «μπουν στα παπούτσια του άλλου», καθώς πιθανότατα θα έρθουν αντιμέτωποι με μια διαφορετική, γκρίζα έως και μαύρη κατάσταση. Όμως η δεύτερη, «δύσβατη» οδός, είναι που οδηγεί στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
Το τεφτέρι της καθημερινότητας
Ας δούμε λοιπόν, τα οικονομικά της καθημερινότητας ενός νέου 30 ετών, που ανήκει στους 559.274 εργαζόμενους, οι οποίοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Άλλωστε, νέοι είναι η πλειονότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας. Κατ’ αρχάς πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τα καθαρά στον κατώτατο έγιναν 706 ευρώ, από 667 που ήταν (ήτοι αύξηση 39 ευρώ τον μήνα).
Ο πτυχιούχος νέος μας αποφάσισε, πιάνοντας δουλειά, να απαγκιστρωθεί από το σπίτι των γονιών και να ανοίξει τα φτερά του, όπως πρέπει να γίνεται σε αυτές τις ηλικίες. Ψάχνοντας πολύ σε μία αγορά, που τα ενοίκια βρίσκονται σε υψηλότερα επίπεδα από την προ μνημονίων «φούσκα» – και κανείς δεν ενδιαφέρεται- κατάφερε να βρει μια… ευκαιρία. Ένα στούντιο, κάπου στην Αττική, με μίσθωμα που μαζί με τα κοινόχρηστα, του έρχεται 320 ευρώ τον μήνα. Επίσης, για σούπερ μάρκετ (τρόφιμα και άλλα βασικά είδη) δαπανά περί τα 160 ευρώ μηνιαίως (40 ευρώ την εβδομάδα), με μεγάλη προσοχή, καθώς ως γνωστόν η ακρίβεια καίει.
Η μιζέρια και η φυγή
Ήδη ο εργατικός νέος μας, έχει ξοδέψει 460 ευρώ και του απομένει το… θηριώδες ποσό των 226 ευρώ τον μήνα (ή αλλιώς 7,5 ευρώ τη μέρα) για να καλύψει: Λογαριασμούς ρεύματος, ύδρευσης και κινητής τηλεφωνίας, τη βενζίνη και τη συντήρηση του μικρού μεταχειρισμένου ΙΧ, που μπόρεσαν και του δώρισαν οι γονείς του, καθώς και τα έξοδα ψυχαγωγίας με την ευρεία έννοια (να θυμίσω ότι η τιμή του καφέ σε μια καφετέρια είναι κατ’ ελάχιστον 3 ευρώ). Δεν υπολογίζουμε δαπάνες ένδυσης και υπόδησης (φοράει αυτά που έχει), αγορές άλλων μη αναγκαίων ειδών, ούτε τα έκτακτα (πχ βλάβη στο αυτοκίνητο). Και βεβαίως ούτε λόγος για σχέδια δημιουργίας οικογένειας.
Αυτή είναι η δυσβάσταχτη πραγματικότητα (και όχι στην χειρότερη εκδοχή της) για χιλιάδες νέους μας, του κατώτατου μισθού. Και δυστυχώς πολλοί από αυτούς, αφού το «παλέψουν» και διαπιστώσουν ότι δεν υπάρχει εδώ μέλλον, υποχρεώνονται αυτή την περίοδο της… ισχυρής ανάπτυξης, να φύγουν στο εξωτερικό, αναζητώντας καλύτερες αμοιβές και ποιοτική ζωή, αδυνατώντας να περιμένουν βυθισμένοι στη μιζέρια πότε η Ελλάδα θα γίνει Ευρώπη στους μισθούς.