Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ASPIDES φανερώνει τον κρίσιμο και τολμηρό της ρόλο στη διασφάλιση της θαλάσσιας ελευθερίας και του παγκόσμιου εμπορίου ενάντια στον κίνδυνο των ανταρτών Χούθι. Αυτή η εμπλοκή αναδεικνύει την πλούσια ναυτική κληρονομιά της Ελλάδας και την αφοσίωσή της στην περιφερειακή σταθερότητα, αλλά αποκαλύπτει συγχρόνως μια σειρά από δομικές αδυναμίες που αμφισβητούν την ικανότητά της να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις ασύμμετρες απειλές.
Η ενεργός συμβολή της Ελλάδας ως προμετωπίδα στην Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας της ΕΕ πρέπει να την καταστήσει φάρο ενίσχυσης της «Ενωσιακής» αμυντικής ανεξαρτησίας δίχως την διολίσθηση της σε ημίμετρες απόπειρες που αποκρύπτουν την έλλειψη ενός συνεκτικού, μακροπρόθεσμου, εθνικού και στρατηγικού σχεδίου.
Με την πλειονότητα της ναυσιπλοΐας μέσω της Ερυθράς Θάλασσας να συνδέεται με ελληνικά συμφέροντα και το λιμάνι του Πειραιά να θεωρείται κύρια πύλη εισόδου από την Ασία, η Ελλάδα υποχρεούται να συμπράξει στη διασφάλιση των θαλάσσιων οδών, μειώνοντας έτσι τον οικονομικό αντίκτυπο σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο.
Έκθεση σε αχαρτογράφητους κινδύνους
Η φρεγάτα «Ύδρα» με την επιβεβλημένη παρουσία της στον κόλπο του Άντεν, αν και αντιμέτωπη με την απειλή των Χούθι και του εξελιγμένου (λόγω-Ιράν) πυραυλικού τους οπλοστασίου, αυξάνει την έκθεση της σε αχαρτογράφητους κινδύνους. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί επιτακτική ανάγκη, η περαιτέρω αναβάθμιση και οι επενδύσεις στην θαλάσσια άμυνα, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγής.
Η ιρανική επιρροή και η επιδοκιμασία των επιθέσεων από τους καταπιεσμένους Σιίτες της Υεμένης έχουν κλιμακώσει τις ασύμμετρες επιθέσεις των Χούθι. Εντούτοις η πρόσφατη επιτυχής αμυντική ενέργεια της «Ύδρας» στην απώθηση αναγνωριστικών-εχθρικών drone επιβεβαιώνει την ικανότητα και ανθεκτικότητα των Ελλήνων, σε εξω-εδαφικές στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Στήριξη της Αιγύπτου
Η «γενναία» συμμετοχή στην ευρωπαϊκή αμυντική αποστολή παρά την κρισιμότητα της, προσφέρει επιπροσθέτως την ευκαιρία για ουσιώδη ενίσχυση των διμερών σχέσεων με την επιβαρυμένη (λόγω-Γάζας) Αίγυπτο. Συγκεκριμένα η Ελλάδα συμβάλλοντας με μια δυνητικά αποτελεσματική ναυτική υποστήριξη στην αδιάλειπτη λειτουργία της διώρυγας του Σουέζ, συνεισφέρει στην σταθεροποίηση της κύριας πηγής αιγυπτιακών εσόδων, στρέφοντας παράλληλα και την υπόλοιπη Ευρώπη στην υποστήριξη της Αιγύπτου. Διότι σε αντίθετη περίπτωση κατάρρευσης της, μια μεταναστευτική (120εκ.) και ιδεολογική (άνοδος μουσουλμανικής αδελφότητας) κρίση δύναται να μετατρέψει την περιοχή σε μια ανεξέλεγκτη πυριτιδαποθήκη.
Προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση της ελληνοαιγυπτιακής οριοθέτησης ΑΟΖ
Επιπλέον αποδίδοντας η ελληνική πλευρά την απαιτούμενη σοβαρότητα, δημιουργούνται προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση της ελληνοαιγυπτιακής οριοθέτησης ΑΟΖ που αφορά στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο (συμπεριλαμβανομένου του συμπλέγματος του Καστελόριζου) επιβεβαιώνοντας τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα σε μια περιοχή που η Τουρκία έχει καταθέσει λανθασμένες συντεταγμένες («Γαλάζια Πατρίδα») στον ΟΗΕ από το 2020, επικαλούμενη το παράνομο Τουρκολιβυκό Μνημόνιο. Στη περίπτωση αυτή ενδυναμώνεται η ελληνική επιχειρηματολογία, για μια νομική επίλυση της Ελληνοτουρκικής διαφοράς σε ένα Διεθνές Δικαστήριο (Χάγη).
Εν ’κατακλείδι η γαλανόλευκη παρουσία στις «Aspides» αντηχεί στην σοφία του Ηροδότου: «Πικρή η ύπαρξη της γνώσης δίχως καμία επιρροή». Διαφυλάττοντάς λοιπόν τα ύδατα και τη θέση της, η Ελλάδα επηρεάζει και σχηματίζει το γεωπολιτικό καμβά στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο αντιμετωπίζοντας τις εξωτερικές απειλές. Η ελληνική κυβέρνηση καλείται να επιδείξει υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα ώστε να θεραπευθούν οι εσωτερικές πληγές, προάγοντας έτσι την χώρα σε έναν δυναμικό και περιφερειακό παίκτη σταθερότητας και δημοκρατίας.