Στα διεθνή χρηματιστήρια έχει μπει για τα καλά η άνοιξη. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες σπάνε όλα τα ρεκόρ και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού για το πρώτο τρίμηνο.
Η Wall Street είχε να δει τέτοιο ξεκίνημα της χρονιάς εδώ και πέντε χρόνια. Ο Dow Jones φλερτάρει με τις 40.000 μονάδες για πρώτη φορά στην ιστορία του. Όσον αφορά τον S&P 500, στο υψηλό όλων των εποχών, έχει ήδη εκτιναχθεί κατά 10% μέσα σε τρεις μήνες.
Στη Γερμανία, ο δείκτης Dax ενισχύθηκε το ίδιο διάστημα περίπου κατά 10%. Στη Γαλλία, ο δείκτης CAC 40 σημείωσε το 20ο ρεκόρ του έτους για να κλείσει το πρώτο τρίμηνο με κέρδη σχεδόν 9%.
Όλα αυτά υπό το φως της προοπτικής ότι θα ξεκινήσει η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ και τη Fed από τον Ιούνιο.
Την ίδια ώρα πάντως, ο χρυσός σπάει επίσης όλα τα ρεκόρ σκαρφαλώνοντας στα 2.254 δολάρια την ουγγιά. Οι επενδυτές καταφεύγουν όμως στο ασφαλές καταφύγιο του χρυσού κυρίως σε εποχές αβεβαιότητας. Και φυσικά οι αβεβαιότητες, κυρίως οι γεωπολιτικές αυξάνονται, όπως έδειξε και η πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση στη Μόσχα.
Άλλωστε και η τιμή του πετρελαίου ανεβαίνει ξανά, με το Bread να ξεπερνά τα 87 δολάρια καθώς ο ΟΠΕΚ+ κρατά μειωμένη την παραγωγή. Πολλοί αναλυτές προβλέπουν μάλιστα ότι ο μαύρος χρυσός θα ξεπεράσει τα 100 δολάρια το βαρέλι μέχρι τις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές, τον προσεχή Νοέμβριο.
Δεν είναι τυχαίο βέβαια που η ΕΚΤ μείωσε τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης για το 2024 από 0,8% σε 0,6%, αφού το 2023 έκλεισε στο +0,5%.
Με αυτά και μ’ αυτά, όλα δείχνουν ότι θα πρέπει -ειδικά στην Ευρώπη- να κάνουμε αυτό που συνήθως γίνεται στη θάλασσα, όταν πλησιάζει καταιγίδα: Μέτρα για τη «θωράκιση» του κύτους του πλοίου. Δηλαδή, να αυξηθούν οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και ενίσχυση της υγιούς επιχειρηματικότητας.
Ο «ζουρλομανδύας»
Δυστυχώς, σε μια στιγμή αστάθειας για την ευρωπαϊκή οικονομία, το Eurogroup επανέλαβε τη δέσμευση των χωρών μελών να διασφαλίσουν την ταχεία εφαρμογή των νέων κανόνων του «ζουρλομανδύα» που ακούει στο όνομα Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Κάτι που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Ουσιαστικά, δηλαδή, η ΕΕ αποφάσισε ότι αυτή τη στιγμή, παρά την προφανή ανάγκη για επενδύσεις, είναι απαραίτητο να συνεχιστεί η σχεδιαζόμενη δημοσιονομική συρρίκνωση, χωρίς «αν» ή «αλλά».
Πρέπει να θυμόμαστε βέβαια ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις εξαφανίζονται σε περιόδους παγκόσμιας αβεβαιότητας και ότι ξεδιπλώνουν τις δυνατότητές τους μόνο όταν συνοδεύονται από δημόσιες.
Το γεγονός ότι υπάρχουν στοιχεία που καθησυχάζουν τον βραχυπρόθεσμο ευρωπαϊκό ορίζοντα, όπως η πτώση των τιμών της ενέργειας, η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, δεν πρέπει να μας παραπλανά. Όλα αυτά μπορεί να είναι σαν ένα φανταστικό υπνωτικό χάπι που δεν μας αφήνει να αντιληφθούμε τι πραγματικά αντιμετωπίζει η ΕΕ και την επερχόμενη καταιγίδα.
Το κόστος του επανεξοπλισμού
Ο οίκος Moody’s δημοσίευσε μάλιστα έκθεση με την οποία προειδοποίησε τους επενδυτές ότι η κούρσα εξοπλισμών στις χώρες του ΝΑΤΟ «θα περιπλέξει τις προσπάθειες μείωσης του χρέους και θα μπορούσε να αποδυναμώσει το πιστωτικό τους προφίλ» αυξάνοντας το επίπεδο των κοινωνικών συγκρούσεων.
Γιατί αν οι επενδύσεις στον αμυντικό τομέα πρέπει να αυξηθούν κατά δεκάδες δισεκατομμύρια -και μάλιστα χωρίς ευρωομόλογα – θα πρέπει να θυσιαστούν άλλα στοιχεία κόστους. Η εξίσωση είναι στοιχειώδης και η λύση της, γνωστή.
Και αυτό δεν είναι βραχυπρόθεσμο πρόβλημα, διότι η ευρωπαϊκή άμυνα πρέπει να «ανακατασκευαστεί», ακόμη περισσότερο εάν ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου αποφασίσει για μια νέα μορφή συνεργασίας στις δύο ακτές του Ατλαντικού.
Ο χρόνος που απαιτείται για την ανοικοδόμηση της ευρωπαϊκής άμυνας μετριέται σε πολλά χρόνια, ίσως και για δύο δεκαετίες. Εκτός και αν κάποιοι πιστεύουν ήδη ότι ο πόλεμος μπορεί να γίνει ο πολλαπλασιαστής ενός ολοένα και πιο αδύναμου ΑΕΠ σε σύγκριση με το έλλειμμα και το χρέος.
Πριν από μια εβδομάδα η Wall Street Journal εξήγησε ότι «η ρωσική απειλή αναγκάζει την Ευρώπη να επιλέξει: να στηρίξει την άμυνα ή να προστατεύσει τις κοινωνικές δαπάνες». Για να διαλύσει τυχόν αμφιβολίες, η αμερικανική εφημερίδα πρόσθεσε ότι «ακολουθούν δύσκολες αποφάσεις».
Ο Λιθουανός υπουργός Εξωτερικών Γκαμπριέλιους Λαντσμπέργκις προειδοποίησε μάλιστα ότι είναι απαραίτητο να «επαναπροσδιοριστεί το κοινωνικό συμβόλαιο στην Ευρώπη». Τρέμε καημένε Ρουσώ!