Το «έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη» πρέπει να είναι το πιο ξοδεμένο κλισέ. Όσο επαναλαμβάνεται, όμως, σαν μάντρα, η καχυποψία έχει αβάντα. Όπως στην περίπτωση αυτού ή αυτής που, χωρίς να ερωτηθεί, σε πυροβολεί με το «εγώ είμαι κύριος/κυρία» και αρχίζει να σε ζώνει η αμφιβολία.
«Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών… εκφράζει τη συμπαράστασή της στους συγγενείς των θυμάτων… παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εξέλιξη της υπόθεσης και, όπως και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, προσβλέπει στην πλήρη διερεύνησή της… Στο πλαίσιο αυτό, εκφράζει την ακλόνητη εμπιστοσύνη της στην ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη».
Ευρωβουλευτής δηλώνει ότι «έχει εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη και το δικαστικό σώμα» και πιστεύει «ότι θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων». Τα ίδια είπε κι ο πρωθυπουργός στη μαύρη επέτειο των Τεμπών.
H δικαιοσύνη, όμως, είναι η ουσία της πολιτικής (τίτλος βιβλίου του Σταύρου Τσακυράκη που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του από το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ) και οι πολίτες εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη όσο εμπιστεύονται και την πολιτική, όσο εμπιστεύονται και το κράτος εν γένει. H πρόσφατη δημοσκόπηση της Alco το πιστοποιεί. Το 67% εμπιστεύεται λίγο ή καθόλου τη Δικαιοσύνη για την απόδοση ποινικών ευθυνών και το 77% δεν πιστεύει ότι μετά τα Τέμπη έχουν γίνει όσα πρέπει για να μην επαναληφθεί μια τέτοια τραγωδία.
Προφανώς όλοι αυτοί δεν είναι αντιπολίτευση. Προφανώς όλοι αυτοί δεν είναι αντισυστημικοί, ούτε αισθάνονται μονίμως αδικημένοι. Προφανώς δεν έχουν προσβληθεί από τον ιό της συνωμοσιολογίας τόσοι. Η εμπιστοσύνη δεν αποτελεί σταθερά εδώ και χρόνια. Δεν είναι ότι τώρα τα μητρώα δεν τα βρήκαμε εντάξει. Μαζεύτηκαν επιβαρυντικά από τις υποκλοπές και τα Τέμπη έως τον Κολωνό. Η δυσπιστία φουντώνει από πράξεις ή παραλείψεις και των τριών εξουσιών.
Σταματήστε, λοιπόν, να με ρωτάτε αν έχω εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Την απάντηση την ξέρετε. Όση και στη λειτουργία του κράτους.