Το σκεπτικό με το οποίο η Moody’s άφησε και πάλι εκτός επενδυτικής βαθμίδας την Ελλάδα θα μπορούσε να είναι και ωδή σε όλα τα… προπατορικά αμαρτήματα της εθνικής μας οικονομίας. Και, μαζί, σε όλες τις ματαιωμένες διακηρύξεις περί αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Απλά και συνοπτικά ο, αυστηρότερος ομολογουμένως, διεθνής οίκος αξιολόγησης μας είπε το προφανές: ότι, παρά τη βελτίωση σε επιμέρους τομείς και δείκτες, πάμε να ξαναχτίσουμε μια χρεοκοπημένη οικονομία με τα παλιά, ανακυκλωμένα υλικά της κατεδάφισής της.
Κοινώς, με ένα χρέος που σε απόλυτους αριθμούς παραμένει ιλιγγιώδες, με ένα έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών που αγγίζει το 7% και δείχνει ότι συνεχίζουμε να καταναλώνουμε πολύ περισσότερα απ’ όσα παράγουμε, με τη γνωστή μονοκαλλιέργεια τουρισμού και ναυτιλίας, και κυρίως με το ίδιο καταναλωτικό μοντέλο ανάπτυξης. Είναι ακριβώς εκείνο το μοντέλο που οδήγησε στη γενική κατάρρευση και στα τρία μνημόνια. Όμως τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat είχαν έρθει, πριν ακόμη από τη Moody’s, να δείξουν ότι η απειλή του μέλλοντός μας μπορεί να είναι η νεκρανάστασή του. Τη μερίδα του λέοντος στο περσινό ΑΕΠ είχε και πάλι η κατανάλωση.
Το ποσοστό των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία, παρά την αύξησή του, παραμένει μόλις στο 13% του ΑΕΠ, έναντι 23% στην Ευρώπη και πάνω από 25% στην Τουρκία. Και το μεγαλύτερο μέρος των νέων επενδύσεων διοχετεύεται έως τώρα στην αγορά του real estate, που ελάχιστα μπορεί να αποφέρει σε εσωτερική συσσώρευση κεφαλαίου. Ήτοι, η ελληνική οικονομία παραμένει μια οικονομία χαμηλής έντασης κεφαλαίου και υψηλής έντασης εργασίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat και πάλι, η Ελλάδα βρισκόταν το 2022 στη δεύτερη χαμηλότερη θέση της Ε.Ε. σε μισθούς ως προς το ΑΕΠ και στην τρίτη υψηλότερη ως προς τα εταιρικά κέρδη.
Η υποτίμηση της εργασίας, όμως, ουδέποτε απογείωσε καμία οικονομία παγκοσμίως, κι αυτό το μαρτυρά και η κατάταξη της Ελλάδας στους ουραγούς των χωρών του ΟΟΣΑ ως προς την παραγωγικότητα. Και καμία οικονομία επίσης δεν βγήκε ποτέ σε βιώσιμο αναπτυξιακό ξέφωτο χωρίς προσανατολισμό σε καινοτόμες παραγωγικές επενδύσεις, σε επιχειρηματική εξωστρέφεια και σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας.