Ο Παπά-Βαγγέλης την περασμένη Κυριακή, μια θάλασσα μακριά από τα Τέμπη, σε μια απόμερη εκκλησιά, τέλεσε ετήσιο μνημόσυνο για τις 57 ψυχές. Αντί για αρτίδια, μοίρασε γλυκά. Όχι για να γλυκάνει το θάνατο -και τέτοιο θάνατοαλλά γιατί το τραύμα είναι βαθύ. Το συνηθισμένο δεν μπορεί σε τούτο το έγκλημα να σταθεί.
Το έγκλημα των Τεμπών έχει ξεφύγει από το ατομικό πένθος, από τα στενά όρια των οικογενειών των θυμάτων. Αυτές δεν θα ξεχάσουν. Το θέμα είναι να μη συμφιλιωθούμε εμείς με την απώλεια, να μην τη συνηθίσουμε. Να την ονοματίζουμε ξανά και ξανά, δεν είναι ξένοι νεκροί, απλοί αριθμοί. Έχουν όνομα και πρόσωπο. Είναι παιδιά, πατέρες, μητέρες, αδέλφια, φίλοι.
Ναι, κανένας δεν προφέρει το όνομα Γιώργος, Αναστασία, Θώμη, Χρύσα, Αναστάσιος, Μάρθη, Φραντσέσκα, Ελένη, Ιορδάνης, Κλαούντια, Αφροδίτη, Αγάπη, Ιφιγένεια, Άγγελος, Ντένις, Κυπριανός, Νικήτας, Καλλιόπη, Δήμητρα, Ελισάβετ, Δημήτρης, Νίκος, Σωτήρης, Ελπίδα, Γιάννης, Παναγιώτης, Σοφία, Βάιος, Αθηνά, Σπύρος, Ιονέλ, Λένα, Βάγια, Ανδρέας, Μαρία, Βασίλης, Βαγγέλης, Βασιλική, Χρυσούλα, Παβλίνι, Ευαγγελία, Εριέττα, όπως η μάνα, ο πατέρας, οι δικοί. Κανένας δεν προφέρει το όνομα του νεκρού, όπως αυτός που αντικρίζει κάθε μέρα, κάθε ώρα, τη θέση αδειανή, την αγκαλιά κενή. Κανένας δεν μπορεί να πει, όπως ο πατέρας της Ελπίδας, «Η Ελπίδα να συγχωρέσει το Θεό», σαν να ήταν αυτός να φανερώσει την αντοχή του ανθρώπινου γένους.
Αυτός μπορεί να κάνει το συγκεκριμένο γενικό, χωρίς κραυγή ή οργή. Εσύ, που δεν μετοίκησες στη χώρα του μαρτυρίου, τι μπορείς;
Να μην ξαναδεχτείς ένα «πάμε και όπου βγει», να μην ακολουθείς μία θλιβερή παράδοση, να μην παραδοθείς, πίσω από τους αριθμούς το αποτέλεσμα συγκεκριμένης πολιτικής να δεις, τον άνθρωπο να ξανασκεφτείς.
Γιατί ο άνθρωπος είσαι εσύ…