H Ευρώπη ξύπνησε απότομα στη νέα πραγματικότητα που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Νιώθοντας υπαρκτή την απειλή στα ανατολικά και βόρεια σύνορά της και βλέποντας με αγωνία την πιθανότητα επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, αρχίζει και αναζητά ένα σχέδιο για μια ενιαία αμυντική πολιτική. Αυτόνομη, ακόμη και χωρίς τις ΗΠΑ.
Και το ερώτημα που τίθεται αμέσως είναι: Μπορεί; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Χωρίς πολιτική ένωση, είναι μάλλον ουτοπικό να μιλά κανείς για ενιαία άμυνα. Η Ευρώπη, υπό την πίεση της Ουάσιγκτον, κατάφερε να δείξει ενιαία στάση απέναντι στη Ρωσία, όχι όμως σε όλα τα ζητήματα που αφορούν τις κυρώσεις κατά της Μόσχας, ενώ πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η αδυναμία εξεύρεσης ενιαίας στάσης στο ζήτημα του πολέμου στη Γάζα.
Η γηραιά ήπειρος παραμένει κατακερματισμένη όσον αφορά θέματα εξωτερικής πολιτικής, ενώ η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. φαίνεται πως τελικά δεν εκτόνωσε τις εσωτερικές διαμάχες που υπήρχαν πριν από το Brexit. Αντιθέτως, δημιούργησε άλλον έναν πυρήνα επιρροής στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επιδιώκει να παραμείνει στο πόστο της και στη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή που θα προκύψει μετά τις ευρωεκλογές, θέτοντας ως βασικό στόχο τη χάραξη ενιαίας αμυντικής πολιτικής. Ταυτόχρονα, φαίνεται πως η Ε.Ε. βρίσκεται κοντά στο να συμφωνήσει στην έκδοση ευρωομολόγων που θα χρηματοδοτήσουν το αμυντικό της πρόγραμμα. Στο μυαλό όλων βρίσκεται η απειλή του Τραμπ για όσες χώρες δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους για τις εθνικές αμυντικές δαπάνες. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τη χάραξη της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής στην Ε.Ε., τα σχέδια αυτά θα χρειαστούν την έγκριση της Γερμανίας. Και το Βερολίνο τρομάζει στην ιδέα της κοινής έκδοσης χρέους, ειδικά στην παρούσα συγκυρία της ασθενούς γερμανικής οικονομίας.