Το τελευταίο διάστημα η πληθώρα των περιστατικών βίας ανηλίκων και οι σοκαριστικές, συχνά, λεπτομέρειες που συνοδεύουν την περιγραφή τους στα μέσα ενημέρωσης, έχουν βάλει στο στόχαστρο (όχι πάντα αδίκως) τους γονείς.
Τα social media έχουν γεμίσει με «αναλύσεις», ερμηνείες ή καταγγελίες για το «πού τέλος πάντων είναι οι γονείς;», «γιατί έχουν χάσει κάθε έλεγχο;». Ολοένα πιο συχνά συναντάμε και το «δεν κάνουν όλοι για γονείς, η πολιτεία θα έπρεπε να παίρνει από κάποιους τα παιδιά».
Η αλήθεια είναι πως σε έναν κόσμο όπου το κινητό έχει γίνει προέκταση του χεριού μικρών και μεγάλων και τα social media έχουν καταλήξει εθισμός – όσες ανέσεις και εάν έχεις – δεν είναι καθόλου εύκολο να είσαι γονιός. Υπάρχει σε πολλούς η αντίληψη που θέλει την ικανότητα να μεγαλώνεις ένα παιδί να είναι απλά ένα… ένστικτο, κάτι που το έχουμε όλοι από τη φύση μας. Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Το εξηγεί αυτό πολύ εύστοχα ο Atlantic σε άρθρο του υπό τον τίτλο “Why Don’t We Teach People How to Parent?”. Για τα περισσότερα πράγματα που κάνουμε στη ζωή μας, προετοιμαζόμαστε. Κάποιος μας τα διδάσκει. Δεν βγαίνουμε σε λεωφόρο με το αυτοκίνητό μας, αν δεν έχουμε κάνει μαθήματα οδήγησης. Δεν κάνουμε καταδύσεις χωρίς να έχουμε μία υποτυπώδη πιστοποίηση ότι έχουμε μάθει τα βασικά. Δεν ασκούμε το όποιο επάγγελμα, χωρίς να έχουμε περάσει από καποιου είδους μαθητεία. Αλλά μπορούμε κάλλιστα να γίνουμε γονείς, χωρίς την παραμικρή εκπαίδευση.
Σήμερα οι γονείς φαινομενικά προσφέρουν στα παιδιά τους περισσότερα από ποτέ – υλικά αγαθά, μαθήματα ξένων γλωσσών, υπολογιστών, μουσικών οργάνων, αθλητικές δραστηριότητες, φροντιστήρια, ιδιαίτερα κτλ. Και σε αντίθεση με αυτό που συχνά ακούμε ότι «δεν αφιερώνουν καθόλου χρόνο στα παιδιά τους», μελέτες δείχνουν ότι οι περισσότεροι γονείς σήμερα – όσο και εάν δουλεύουν – περνούν κατά μέσο όρο περισσότερο χρόνο με τα παιδιά τους σε σχέση με πριν από πέντε και έξι δεκαετίες. Είναι επίσης πολύ πιο δεκτικοί στο να επισκεφτούν παιδοψυχολόγους και άλλους ειδικούς.
Το χάος των συμβουλών
Τι συμβαίνει λοιπόν; Αν αφήσουμε κατά μέρος τις περιπτώσεις εκείνων που επιλέγουν να αφήσουν τα παιδιά τους στον «αυτόματο πιλότο», οι υπόλοιποι συχνά αισθάνονται μπερδεμένοι σε ένα χάος «συμβουλών» από βιβλία «ειδικών» και life coaches, που κηρύττουν πώς πρέπει να είναι ο σωστός γονιός ή από influencers στο instagram και το TikTok, που παρουσιάζουν τον δικό τους τρόπο ανατροφής τέκνων και που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι έχουν πραγματικά ιδέα για το τι κάνουν.
Οι σημερινοί γονείς έχουν φαινομενικά στη διάθεσή τους πάντα – αλλά αυτό δεν είναι σημαίνει ότι είναι καλύτερα «εξοπλισμένοι». Έως και τα μέσα του 20ου αιώνα «μάθαινες» να είσαι γονιός – όχι επειδή υπήρχαν επίσημες δομές διδασκαλίας, αλλά επειδή υπήρχαν πολλές δυνατότητες να παρατηρήσεις πώς μεγαλώνει κάπως παιδιά όχι μόνο από τους δικούς του γονείς, αλλά και από άλλους. Θείες, θείοι, παπούδες – όλοι ήταν πιο κοντά, οι συναντήσεις πολύ πιο συχνές και όλοι συμμετείχαν στην ανατροφή ενός παιδιού. Η μέση οικογένεια ήταν απλά… μεγαλύτερη. Ακόμη και τα μεγαλύτερα παιδιά (ξαδέρφια ή και φίλοι στη γειτονιά) αναλάμβαναν ρόλο να προσέχουν τα μικρότερα.
Όπως εξηγεί κοινωνιολόγος στον Atlantic, μέχρι κάποιος να αποκτήσει οικογένεια είχε πιθανότατα δει πολλούς διαφορετικούς τρόπους για να ηρεμήσει ένα μωρό ή να ανταποκριθεί στο ξέσπασμα ενός παιδιού, να βάλει κανόνες και όρια.
Σήμερα, πολλοί άνθρωποι γίνονται γονείς χωρίς να γνωρίζουν πολλά για τη φροντίδα των παιδιών πέρα από αυτά που είδαν να κάνουν οι δικοί τους γονείς. Τα παιδιά περνούν ολοένα και περισσότερο χρόνο σε δομημένες δραστηριότητες που καθοδηγούνται από εκπαιδευμένους ενήλικες, πράγμα που σημαίνει λιγότερες ευκαιρίες για τους συγγενείς ή για τα μεγαλύτερα αδέλφια να μπουν στο παιχνίδι.
Και οι παλιές πηγές της κοινοτικής γονεϊκής σοφίας διαλύονται: Όχι μόνο οι οικογένειες μικραίνουν, αλλά και η εμπιστοσύνη σε τρίτους είναι σε απότομη πτώση. Δεν ζητάμε από το περιβάλλον μας εύκολα συμβουλές, από φόβο μήπως μας δώσουν το στίγμα της «αποτυχίας».
Υπάρχει μια ισχυρή βιομηχανία συμβουλών – βιβλία γονέων, ιστολόγια, λογαριασμοί μέσων κοινωνικής δικτύωσης – σχεδιασμένη για να καλύψει και να αξιοποιήσει αυτή την ανάγκη. Αλλά αυτό είναι «ένα χαοτικό, ανεξέλεγκτο μαθησιακό τοπίο, γεμάτο ταυτόχρονα με εξειδικευμένη καθοδήγηση αλλά και ολλές ανενημέρωτες απόψεις» όπως εύστοχα σχολιάζει ο Atlantic.