Τα καλά νέα έρχονται από την τελευταία έρευνα του ΣΕΒ («Ο σφυγμός του Επιχειρείν»), που δείχνει άνεμο αισιοδοξίας στον ελληνικό επιχειρηματικό κόσμο. Μία στις δύο ελληνικές επιχειρήσεις αύξησε τον τζίρο της το 2023, ενώ για πρώτη φορά την τελευταία επταετία οι θετικές εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας υπερβαίνουν τις αρνητικές.
Τα λιγότερο καλά νέα έρχονται από την ενδιάμεση έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ: Την τελευταία τριετία οι ελληνικές επιχειρήσεις κατέγραψαν σχετικά υψηλή κερδοφορία σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη στην Ε.Ε., αλλά στο ίδιο διάστημα κατέγραψαν και το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων στην Ευρώπη.
Επιπλέον, η πορεία του πραγματικού ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου καθορίστηκε σε σημαντικό βαθμό από τις επενδύσεις στο real estate.
Κάπου ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο έρευνες ίσως βρίσκεται και το μεγάλο στοίχημα για την επόμενη μέρα της οικονομίας και του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, μετά την (πανηγυρική) ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Ή, άλλως, τα ποσοτικά στοιχεία μπορεί να δείχνουν ότι η Ελλάδα κερδίζει πόντους ως επενδυτικός προορισμός, τα ποιοτικά στοιχεία όμως μαρτυρούν ότι αυτό το κέρδος αφορά επενδύσεις που ούτε διαμορφώνουν νέο δυναμικό παραγωγικό μοντέλο ούτε απεγκλωβίζουν την οικονομία από τη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού και του real estate.
Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας πέρσι οι καθαρές εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων ξεπέρασαν τα 7,2 δισ. ευρώ. Όμως, η μεγάλη έρευνα Investment Monitor της ΕΥ έδειξε ότι οι επενδύσεις στην Ελλάδα αναλογούν μόλις στο 0,8% των συνολικών επενδύσεων στην Ευρώπη ποσοστό πολύ μικρό για να καλύψει το χρόνιο και βαθύ επενδυτικό κενό. Η ίδια έρευνα έδειξε επίσης πως οι νέες παραγωγικές επενδύσεις, που είναι εκείνες οι οποίες δημιουργούν και τις νέες θέσεις εργασίας, αντιπροσωπεύουν μόνον το 27,4% του συνόλου των ξένων επενδύσεων στη χώρα.
Η εικόνα αυτή μπορεί να δίνει ακόμη πιο επιτακτική διάσταση στο μήνυμα που έστειλε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Παπαλεξόπουλος στην ανάγκη, όπως είπε, για «ξεβόλεμα» στην οικονομία. Πρόκειται για ένα «ξεβόλεμα» που αφορά όλες τις πλευρές, από την κυβέρνηση έως τις ίδιες τις επιχειρήσεις και τους παραγωγικούς φορείς.