Οι συχνές τακτικές, θεσμικού ύφους, παρεμβάσεις της κυβέρνησης και η αφωνία (μέχρι πρότινος) των αρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών αποτύπωσαν την ανεπάρκεια της πολιτείας να διαχειριστεί αποτελεσματικά το ζήτημα της ακρίβειας. Οι ενέργειες των αρχών προκάλεσαν κατά κύριο λόγο αναστάτωση στην επιχειρηματική κοινότητα και αμηχανία στους καταναλωτές, με το τείχος του πληθωρισμού των τροφίμων να παραμένει απόρθητο.
Αντίθετα, αν τα τελευταία χρόνια οι αρμόδιοι επιδείκνυαν επιμονή στην τακτική, αλλά και αιφνιδιαστική, αυστηρή και ακριβοδίκαιη εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων, θα πέρναγαν το μήνυμα ότι οι εποπτικές αρχές είναι διαρκώς παρούσες, επαγρυπνούν για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και δεν διστάζουν να επιβάλλουν την τάξη στην αρχή του προβλήματος και όχι όταν το κακό παραγίνει. Στην πηγή του και όχι στην κατάληξή του. Σε βάθος και όχι επιδερμικά. Σε μακροπρόθεσμο και όχι πρόσκαιρο ορίζοντα. Με πολλές πράξεις και λίγα λόγια (βλέπε δηλώσεις).
Επί περίπου 4 5 έτη η καθ’ ύλην αρμόδια αρχή, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, παρενέβαινε θεωρητικολογώντας με εισηγήσεις προς την κυβέρνηση, με μελέτες και έρευνες αγοράς, με ανοικτές διαβουλεύσεις, απείχε όμως -επιδεικτικά- από το να εκδίδει αποφάσεις και να επιβάλλει αυστηρές κυρώσεις έναντι των «άπληστων» παραγωγών και διακινητών αγαθών καθημερινής ανάγκης. Έναντι όσων εκμεταλλευόμενοι -κάποιοι προκλητικά- έκτακτες συγκυρίες της οικονομίας, καρπώθηκαν επί μακρόν τα λεγόμενα κέρδη της απληστίας.
Σήμερα, το υπουργείο Ανάπτυξης επιδιώκει να κερδίσει πλεονέκτημα. Επιχειρεί να ρεφάρει με νέα έκτακτα μέτρα. Μόνο που χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Προμηθευτές και λιανέμποροι έφυγαν μπροστά και οι αρμόδιες αρχές τρέχουν τώρα -τελευταίες και καταϊδρωμένεςνα προλάβουν τα χειρότερα. Ποια χειρότερα; Τώρα το μόνο που απομένει να πούμε είναι… και μη χειρότερα.