Καθώς η παγκόσμια κοινότητα αντιμετωπίζει τις κλιμακούμενες προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής, η συζήτηση στους ενεργειακούς κύκλους στρέφεται όλο και περισσότερο προς τη βιωσιμότητα και την ενσωμάτωση καινοτόμων τεχνολογιών. Η Ελλάδα, με τη στρατηγική γεωγραφική της θέση και τους πλούσιους φυσικούς της πόρους, είναι σε μοναδική θέση να αξιοποιήσει αυτή τη στροφή, ωθώντας την προς ένα πιο πράσινο και βιώσιμο μέλλον.
Η έμφαση δίνεται στη διαφοροποίηση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως τα υπεράκτια αιολικά ή πλωτά πάρκα, τα οποία η Ελλάδα στοχεύει να εκμεταλλευτεί σημαντικά, με στόχο να έχει δυναμικότητα τουλάχιστον 2 GW έως το 2030. Αυτό ευθυγραμμίζεται με την ευρύτερη ευρωπαϊκή φιλοδοξία της επίτευξης ουδετερότητας ως προς τον άνθρακα έως το 2050 και συντονίζεται με τον επιθετικό στόχο της ΕΕ για μείωση των εκπομπών κατά 55% εντός αυτής της δεκαετίας.
Τεχνολογίες όπως η δέσμευση, αξιοποίηση και αποθήκευση άνθρακα (CCUS) και η βιοενέργεια με δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (BECCS) είναι ζωτικής σημασίας σε αυτή την προσπάθεια. Οι τεχνολογίες αυτές αντιπροσωπεύουν μια στρατηγική επένδυση για τη μείωση των εκπομπών CO2 και είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της ενεργειακής ασφάλειας.
Η θέσπιση της οδηγίας για την υποβολή εκθέσεων εταιρικής βιωσιμότητας (CSRD) και η πρόταση της οδηγίας για τη δέουσα επιμέλεια ως προς την εταιρική βιωσιμότητα (CSDD) στην ΕE υπογραμμίζουν τη δέσμευση για εταιρική διαφάνεια και λογοδοσία. Οι εν λόγω οδηγίες επιβάλλουν την ενδελεχή υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις, διασφαλίζοντας ότι οι επιχειρήσεις τηρούν τους ισχυρισμούς τους περί βιωσιμότητας. Επιπλέον, οι κανονισμοί για τους πράσινους ισχυρισμούς θέτουν τα πρότυπα για τεκμηριωμένες και γνήσιες παραστάσεις των περιβαλλοντικών προσπαθειών. Αυτό το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλίδα κατά του “Greenwashing”, προωθώντας αυθεντικές πρακτικές αειφορίας.
Η ώθηση της χώρας προς την πράσινη ενέργεια αφορά και την αξιοποίηση των γεωγραφικών πλεονεκτημάτων της Ελλάδας για τη γεωθερμική ενέργεια και τη διερεύνηση των δυνατοτήτων της κυματικής ενέργειας. Για παράδειγμα μέσω της χρήσης γεωθερμικών εργοστασίων, Steam Mixture Flash Plant, ο ατμός αποσυμπιέζεται και διαχωρίζεται σε δύο παροχές ατμού και θερμού νερού. Έπειτα χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρισμού ή για άλλες θερμικές ανάγκες. Αντίστοιχα, στη ταλαντευόμενη στήλη νερού, τα κύματα εισέρχονται σε έναν θάλαμο, συμπιέζοντας τον παγιδευμένο αέρα, ο οποίος στη συνέχεια ωθείται μέσω μιας τουρμπίνας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι προσπάθειες αυτές μπορούν να συμβάλουν σε ένα διαφοροποιημένο ενεργειακό μείγμα, μειώνοντας την εξάρτηση από εισαγόμενα και ορυκτά καύσιμα.
Με βάση το καθιερωμένο πλαίσιο, η στρατηγική ενεργειακού μετασχηματισμού της Ελλάδας πρέπει επίσης να αξιοποιήσει τις έξυπνες τεχνολογίες για τη δημιουργία ενός πιο αποδοτικού και ανθεκτικού ενεργειακού δικτύου. Η ενσωμάτωση έξυπνων ενεργειακών συστημάτων, που τροφοδοτούνται από την τεχνητή νοημοσύνη και τη μηχανική μάθηση, μπορεί να βελτιστοποιήσει τα πρότυπα διανομής και κατανάλωσης ενέργειας, μειώνοντας τη σπατάλη και αυξάνοντας την αποδοτικότητα. Οι επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων προηγμένων λύσεων αποθήκευσης μπαταριών και έξυπνων δικτύων, είναι απαραίτητες. Οι τεχνολογίες αυτές είναι ζωτικής σημασίας για τη διαχείριση της διαλείπουσας φύσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη διασφάλιση σταθερού ενεργειακού εφοδιασμού.
Οι τεχνολογίες έξυπνων δικτύων, οι οποίες υποστηρίζονται από προηγμένες αναλύσεις δεδομένων και το IoT (Internet of Things/Διαδίκτυο των Πραγμάτων), φέρνουν επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο διανέμεται και διαχειρίζεται η ενέργεια. Αυτά τα δίκτυα μπορούν να εξισορροπήσουν αποτελεσματικά την παροχή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, αντιμετωπίζοντας τα ζητήματα διαλείψεων. Αντίστοιχα απαραίτητα για την αστική διαβίωση είναι και οι σταθμοί φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων (EV), τα ευφυή συστήματα δημόσιου φωτισμού, διαχείρισης αποβλήτων και εξοικονόμησης νερού. Τα συστήματα αυτά χρησιμοποιούν αισθητήρες και δεδομένα σε πραγματικό χρόνο για τη βελτιστοποίηση της χρήσης των πόρων, τη μείωση των αποβλήτων και τη μείωση του λειτουργικού κόστους.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα πρέπει να οχυρώσει τα πολιτικά και νομικά της πλαίσια για την προσέλκυση επενδύσεων σε βιώσιμες ενεργειακές υποδομές. Οι σαφείς και συνεπείς πολιτικές μπορούν να προωθήσουν την καινοτομία και τις επενδύσεις, καλλιεργώντας ένα ακμάζον περιβάλλον τόσο για τις νεοφυείς επιχειρήσεις πράσινης τεχνολογίας όσο και για τους καθιερωμένους παίκτες.
Συμπερασματικά, η πορεία της Ελλάδας προς ένα βιώσιμο μέλλον έγκειται σε μια πολυεπίπεδη προσέγγιση που περιλαμβάνει την επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την υιοθέτηση τεχνολογιών αιχμής για την ενεργειακή απόδοση και ένα ισχυρό ρυθμιστικό περιβάλλον που προωθεί τη διαφάνεια και τη βιωσιμότητα στην εταιρική συμπεριφορά. Αυτή η ολοκληρωμένη στρατηγική δεν θα αντιμετωπίσει μόνο τις περιβαλλοντικές ανησυχίες, αλλά θα δημιουργήσει και οικονομικές ευκαιρίες, ωθώντας την Ελλάδα προς έναν ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια μετάβαση προς τη βιώσιμη ενέργεια.