Skip to main content

Τελείωσε ο κόσμος του χθες

REUTERS / Saleh Salem

Αυτή ακριβώς η αίσθηση ασφάλειας και η απουσία πολεμικών αναμνήσεων για δεκάδες χρόνια αποδεικνύεται μια  μεγάλη αυταπάτη

Δεν υπάρχει χριστουγεννιάτικο δέντρο στην κεντρική πλατεία της Βηθλεέμ. Ούτε φάτνη. Μόνο ένας σωρός από μπάζα, που δίπλα σε ένα κερί αναπαύεται η φιγούρα του νεογέννητου Ιησού με φτερά αγγέλου, τυλιγμένου σε ένα ασπρόμαυρο παλαιστινιακό μαντίλι.

Η φάτνη ανάμεσα στα ερείπια έρχεται να θυμίσει τα χιλιάδες παιδιά που σκοτώθηκαν και θάφτηκαν στα ερείπια από τις βόμβες στη Γάζα. Παιδιά που δυστυχώς εμφανίζονται στα μέσα ενημέρωσης μόνο ως «αριθμοί». Νούμερα νεκρών παιδιών που αυξάνονται καθημερινά, καθώς ο Νετανιάχου συνεχίζει τη σφαγή. Χωρίς να ακούει κανέναν. Ούτε τις δειλές αποφάσεις του ΟΗΕ, ούτε και τους πιο στενούς φίλους του, που τον έχουν εγκαταλείψει. Μόνος εναντίον όλων. Με απώτερο σκοπό να διώξει τους Παλαιστίνιους στην Αίγυπτο. Για να …γλιτώσουν τη σφαγή. Αντιγράφοντας τη βιβλική ιστορία ανάποδα. Γιατί και οι Εβραίοι επέζησαν κάποτε από μια σφαγή μόνο με την αναγκαστική τους φυγή στην Αίγυπτο.

Το 2023, που δύει σε λίγες μέρες, σίγουρα δεν θα μείνει στην ιστορία ως μια ευχάριστη χρονιά. Οι πόλεμοι στη Γάζα και την Ουκρανία σηματοδοτούν μια απίστευτη τραγωδία, μια τεράστια πολιτισμική οπισθοδρόμηση. Μια κραυγή: Ο κόσμος του χθες τελείωσε. Αυτή ακριβώς η αίσθηση ασφάλειας και η απουσία πολεμικών αναμνήσεων για δεκάδες χρόνια αποδεικνύεται μια  μεγάλη αυταπάτη.

Ακριβώς όπως τα  έγραφε στον Πρώτο Παγκόσμιο ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας του Μεσοπολέμου, ο Στέφαν Τσβάιχ, στην αυτοβιογραφία του «Ο κόσμος του χθες».

Ο μεγάλος συγγραφέας περιγράφει τη νιότη του στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ως «εποχή ασφάλειας».

Όπως λέει, «ποτέ η Ευρώπη δεν υπήρξε ισχυρότερη, πλουσιότερη, ομορφότερη, ποτέ δεν είχε πιστέψει τόσο βαθιά σε ένα ακόμα καλύτερο μέλλον».

Οι περισσότεροι άνθρωποι και τότε πίστευαν ακλόνητα στην πρόοδο, την επιστήμη και τη λογική. Μια φιλελεύθερη εποχή υποτίθεται ότι βρισκόταν στον δρόμο προς το καλύτερο-οικονομικά, κοινωνικά, τεχνολογικά και ηθικά. Αλλά μετά έσκασε αυτή η όμορφη ψευδαίσθηση. Ο κόσμος βυθίστηκε σε πολέμους και βαρβαρότητα, σε λιμό και πληθωρισμό, σε εκτροπές απάνθρωπων ιδεολογιών, όπως ο Ναζισμός και ο φασισμός.
Ακόμη και «από την άβυσσο του τρόμου», ο Τσβάιχ εξακολουθούσε να αγωνίζεται να έχει τη σιγουριά ότι τα πράγματα θα βελτιωνόταν ξανά. Στο τέλος δεν τα κατάφερε άλλο και αυτοκτόνησε το 1942, αυτοεξόριστος στη Βραζιλία, μαζί με τη σύζυγό του.

Δεν θέλω να χαλάσω τις Αγιες Μέρες, αλλά και κάποιας ξεκούρασης για πολλούς. Αλλά ας διαβάσουμε και πάλι Τσβάιχ. Ιδίως ενα λεπτό και στοιχειωμένο βιβλίο του με τίτλο: «Η τέχνη του να ζεις χωρίς ανησυχίες». Για όλους αυτούς που τα προβλήματα περιορίζονται μόνο στους τέσσερις τοίχους τους: «Ποτέ δεν πρέπει να διστάζει κανείς να ακολουθήσει την πρώτη παρόρμηση για βοήθεια, γιατί μια λέξη ή μια πράξη συμπόνιας είναι μόνο πραγματική αξία τη στιγμή της μεγαλύτερης ανάγκης».

Ίσως «χαλάνε» τη γιορτινή διάθεση οι εικόνες στη Γάζα, την Ουκρανία, αλλά και οι πνιγμένοι στη Μεσόγειο «καταραμένοι» της ζωής.

«Η τέχνη του να ζεις χωρίς ανησυχίες» πρωτοδημοσιεύθηκε στις 4 Μαΐου 1940. Έξι μέρες αργότερα, η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Γαλλία.

Η κραυγή του Τσβάιχ ακούγεται με σφοδρότητα που μπορεί να γίνει αισθητή ακόμα και σήμερα: «Δεν αντέχω αυτή τη σιωπή, που την ακούω τη νύχτα, την ακούω και την ημέρα».