Τι κάνει ένας κυβερνήτης αεροσκάφους που μόλις έχει βγει από έντονες αναταράξεις; Βάζει αμέσως στον αυτόματο πιλότο ή κρατά την τύχη του αεροπλάνου και των επιβατών κατ’ επέκταση αρχικά στα χέρια του;
Το ίδιο για έναν καπετάνιο μετά από μια καταιγίδα; Σχεδιάζει μια αυτόματη διαδρομή ή θα πρέπει να κρατήσει το τιμόνι και να πλοηγηθεί με βάση τα κύματα;
Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη: Δεν θα μπορούσε να μπει αμέσως σε άκαμπτους κανόνες . Οταν μόλις έχει βγει από την πανδημία – μια καταιγίδα που δεν είχε ξαναδεί, κινδυνεύει με ύφεση και δεν είναι σίγουρο πώς δεν θα βρεθεί σε μια νέα γεωπολιτική κρίση που ξεκίνησε με τον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία και συνεχίζεται στη Μέση Ανατολή. Θα έπρεπε η ΕΕ να βάλει τον αυτόματο ή να πλοηγηθεί στα επικίνδυνα αυτά νερά βλέποντας και κάνοντας;
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε στη χθεσινή συνεδρίαση του Ecofin, μέσω τηλεδιάσκεψης για τους νέους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες που μεταρρυθμίζουν το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι μια εξαιρετική λυδία λίθος για να κατανοήσουμε αφενός πώς λειτουργεί πραγματικά η Ευρώπη.
Κατ’ αρχήν η «λύση» επιτεύχθηκε μετά την συνάντηση και τη συμφωνία που προηγήθηκε στο Παρίσι ανάμεσα στους υπουργούς Οικονομικών της Γαλλίας και της Γερμανίας, Μπρουνό Λεμέρ και Κρίστιαν Λίντνερ.
Αναμφίβολα, είναι καλύτερο να υπάρχει συμφωνία από μια παρατεταμένη χρονικά αβεβαιότητα. Από την άλλη δεν μπορούμε να αποφύγουμε την αξιολόγηση του περιεχομένου της συμφωνίας και κυρίως του πλαισίου που θα προκύψει από αυτήν. Σε κάθε περίπτωση το κείμενο θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Πρόκειται για έναν συμβιβασμό που στην πραγματικότητα δεν ικανοποιεί κανέναν.
Η Γερμανία επέβαλε ουσιαστικά επιβάλλει τον ρυθμό της δημοσιονομικής προσαρμογής. Έστω κι αν έκανε την παραχώρηση και το Ecofin συμφωνησε σε ετήσια προσαρμογή του διαρθρωτικού ελλείμματος κατά 0,4% για τις πιο υπερχρεωμένες χώρες, αντί για 0,5% που ήθελε το Βερολίνο, κάνοντας δηλαδη τη χάρη στη Γαλλία για να σωθούν τα προσχήματα.
Το κείμενο ανταποκρίνεται, σε μεγάλο βαθμό, στις απαιτήσεις της Γερμανίας: οι χώρες που υπερβαίνουν το όριο χρέους του 60% του ΑΕΠ πρέπει να δημιουργήσουν δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας που να αντιμετωπίζουν απρόβλεπτα γεγονότα και οικονομικά πλήγματα. Με τον τρόπο αυτό τίθεται στόχος ελλείμματος 1,5%, κάτω από το ανώτατο όριο του 3% του ΑΕΠ.
Η συμφωνία κάνει επίσης χαρούμενη τη Γαλλία επειδή ορίζει έναν ρυθμό πρωτογενούς διαρθρωτικής προσαρμογής για τις χώρες με υψηλό χρέος στο 0,4% του ετήσιου ΑΕΠ, κάτω από το 0,5% που ορίζεται από τους προηγούμενους δημοσιονομικούς κανόνες, προκειμένου να δώσει χώρο για επενδύσεις. Επιπλέον, μπορεί να μειωθεί στο 0,25% σε περίπτωση που το πρόγραμμα προσαρμογής εκτείνεται από τέσσερα σε επτά έτη.
Προβλέπει μια μεταβατική περίοδο, έως το 2027, κατά την οποία θα εξαιρεθούν οι τόκοι του χρέους κατά τον υπολογισμό της διαδρομής προσαρμογής κάθε χώρας.
Άκαμπτοι κανόνες
Παραμένουν δηλαδή άκαμπτοι κανόνες για τις κυβερνήσεις ιδιαίτερα των πιο υπερχρεωμένων χωρών που πρέπει να κάνουν δημοσιονομικούς περιορισμούς με προκαθορισμένες παραμέτρους. Οταν η αβεβαιότητα είναι σε πολλές περιπτώσεις εξωγενής και τα πράγματα δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο των χωρών μελών.
Και το ερώτημα είναι: Εχει νόημα να θεσπιστούν ή να επιβεβαιωθούν κυρώσεις σε περίπτωση που οι χώρες μέλη δεν επιτύχουν αποτελέσματα τα οποία ωστόσο δεν είναι υπό τον έλεγχό τους;
Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί a priori να εγγυηθεί κάποιο συγκεκριμένο αποτέλεσμα.
Αυτή η αντικειμενική και αμετάβλητη πραγματικότητα, ωστόσο, έρχεται σε αντίθεση με τη αυστηρότητα του Βερολίνου, η οποία συνοψίστηκε καλά τις τελευταίες ημέρες από τον Λίντνερ: «Θέλουμε καθορισμένους και ενιαίους αριθμούς για όλους»
Αναξιόπιστοι κανόνες
Οι άκαμπτοι κανόνες δυστυχώς δεν είναι αξιόπιστοι. Ας μην ξεχνάμε ότι οι αυστηροί ευρωπαϊκοί κανόνες της περιόδου 2011-14, που θεσπίστηκαν για να θέσουν υπό έλεγχο τα υψηλότερα εθνικά χρέη και να τα μειώσουν σε σχέση με το ΑΕΠ, στην πραγματικότητα έχουν αυξήσει δραματικά το χρέος πολλών χωρών. Οδηγώντας σε καταστροφικά αποτελέσματα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλοι αυτοί οι «μικροί αριθμοί» που τόσο αγαπήθηκαν από τη Γερμανία και τις χώρες βόρεια των Άλπεων,εξαρτώνται από το ΑΕΠ, τον παρονομαστή τους που δεν του αρέσει να ελέγχεται από καμία κυβέρνηση ή υπουργό Οικονομικών, είτε είναι νεοφιλελεύθερος και Γερμανός ή Γάλλος Μακρονιστής.
Είναι η ανάπτυξη που καθορίζει την πορεία, τόσο των χωρών, όσο και της ΕΕ.
Πόσο «υποχρεωτική» οικονομική ανάπτυξη περιλαμβανόταν στα νούμερα της συμφωνίας των υπουργών Οικονομικών; ΟΥΔΕΙΣ ΑΣΧΟΛΗΘΗΚΕ. Είναι κρίμα που χωρίς αυτό το μικρό, πεισματάρικο νούμερο της ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, δεν έχουν νόημα όλα τ’άλλα…