Στην Ολλανδία, ο Γκερντ Βίλντερς θάβει το τσεκούρι του Nexit και του ευρωσκεπτικισμού, μαλακώνει την ισλαμοφοβική ρητορική και ψάχνει -με αξιώσεις- προθύμους για να στηρίξουν τη δεύτερη κυβέρνηση στην Ευρωζώνη που θα έχει ακροδεξιό πρωθυπουργό.
Στην Ιταλία, η Τζόρτζια Μελόνι αναβαπτίζεται και απογειώνεται μέσα από τις στάχτες του νεοφασισμού. Πνίγει τις μουσολινικές της καταβολές, λανσάρει ευρωπαϊκό ρεαλισμό, πουλάει ηπιότητα και σταθερότητα και οι ψηφοφόροι αγοράζουν. Ενδιαμέσως, μπορεί να συναντάται με τον Όρμπαν και να ομνύουν από κοινού στην υπεράσπιση της παραδοσιακής οικογένειας και του Θεού, η δημοτικότητά της όμως ξεπερνά πια κατά πολύ την ακροδεξιά βάση του κόμματός της.
Στη Γερμανία, το AfD καβαλάει το αντιμεταναστευτικό, αντισυστημκό κύμα και όλα τα «αντί» απόνερα και χορεύει πάνω στα αδιέξοδα του Σολτς και του Χάμπεκ. Είναι σταθερά δεύτερο στις δημοσκοπήσεις, μακράν πάνω και από τα τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού – Σοσιαλδημοκράτες, Πρασίνους και Φιλελεύθερους.
Γενικώς η Ευρώπη κάνει πρόβες κανονικοποίησης της ακροδεξιάς. Η δε επιτυχία των παραστάσεων είναι τέτοια που ο «εξευγενισμένος» φασισμός φλερτάρει βασίμως με τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές του Ιουνίου.
Η αριστερά παρακολουθεί, χασμουριέται και ενίοτε σχολιάζει. Στους εφιάλτες της ολοφύρεται για την ακροδεξιά παρέλαση επί σκηνής. Και στις μεγάλες στιγμές της αφύπνισής της αυτό διασπάται.
Στη Γερμανία, η διάσπαση συνοδεύτηκε με κοπιάρισμα της ατζέντας του αντιπάλου. Στην Ελλάδα, περιλαμβάνει αυτο-ανακήρυξη σε Νέα Αριστερά. Δεν περιλαμβάνει αυτοκριτική για τα (νέα και παλαιά) λάθη που άνοιξαν τον δρόμο στους προελαύνοντες, όπως δεν περιλαμβάνει και ικανό βαθμό επαφής με τη νέα πραγματικότητα. Επίσης, αρνείται επιμόνως να περιλάβει και να παράξει νέο όραμα για έναν κόσμο βαθιά καταπονημένο, που έμαθε να αρκείται στα ψίχουλα της, όποιας, «κανονικότητας». Ακόμη και της μαύρης…