Όλα καλά, όλα ανθηρά στην ελληνική οικονομία. Επενδύσεις, τουρισμός, ΑΕΠ, ανεργία, κατανάλωση, οριακά και ο πληθωρισμός, ακολουθούν πορεία ελπιδοφόρα.
Η Ελλάδα αποτελεί, διεθνώς, παράδειγμα προς μίμηση, με τους μακροοικονομικούς της δείκτες να σφύζουν από υγεία.
Τα πάντα έχουν μια λογική εξήγηση. Αποδίδονται πρωτίστως στη συνετή κυβερνητική πολιτική των τελευταίων λίγων ετών και, σε κάποιο βαθμό, στο γεγονός ότι η χώρα ακολούθησε τον δρόμο της συνέπειας και της συνέχειας.
Μόνο που ενώ οι αριθμοί και τα μεγέθη της πρώτης γραμμής της οικονομίας ανθούν, κάπου στο… βάθος ηχούν «καμπανάκια» ανησυχίας.
Πρόσφατο παράδειγμα τα στατιστικά που δείχνουν ότι το 2022 δαπανήσαμε 154 δισ. ευρώ, με τα εισοδήματα να διαμορφώνονται μόλις στα 84 δισ. ευρώ.
Επίσης, ενώ στη χώρα καταγράφηκαν 140.000 θάνατοι, οι γεννήσεις ήταν μόλις 74.000.
Ένα ακόμη κραυγαλέο στοιχείο είναι ότι το 70% των ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνει μηνιαία εισοδήματα χαμηλότερα του βασικού μισθού και περίπου το 55% αυτών ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 5.000 ευρώ.
Υπάρχουν κι άλλα… Η χώρα επέστρεψε σε αναπτυξιακούς ρυθμούς με 300.000 λιγότερες θέσεις εργασίας από το 2009 και περίπου ισάριθμες κενές θέσεις εργασίας, όταν η ανεργία φθάνει (αν και μειωμένη) στο 9,6%. Τα χρέη προς την Εφορία και τα Ταμεία ανήλθαν στα 152 δισ. ευρώ και το ιδιωτικό χρέος στα 250 δισ. ευρώ, με ΑΕΠ κοντά στα 230 δισ. ευρώ.
Οξύμωρη κατάσταση, άκρως προβληματική, που χτυπά πολλαπλώς στην «καρδιά» των ποιοτικών χαρακτηριστικών της οικονομίας, υπενθυμίζοντας ότι σε μια κοινωνία δεν αρκεί μόνο η ευημερία των αριθμών…