Η εικόνα της Βουλής στη συζήτηση για την κατεστραμμένη Θεσσαλία ήταν βγαλμένη από καλάθι εκπτώσεων. Κάτι σαν κοινοβουλευτική Black Friday: Με έκπτωση δημοκρατικής εκπροσώπησης, με έκπτωση αισθητικής, με εκπτώσεις πολιτικού πολιτισμού.
Τα -ήδη αποδεκατισμένα- έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν άδεια διότι η εσωκομματική μειοψηφία έκανε αποχή σχεδιάζοντας την έξοδο και τη ρεβάνς απέναντι στην εσωκομματική πλειοψηφία. Τα έδρανα της κυβέρνησης ξεχείλιζαν από αυτοπεποίθηση και κοντή μνήμη. Μόλις δυόμισι μήνες έχουν περάσει από το επιτελικό ναυάγιο της Θεσσαλίας, αλλά το επιμύθιο ήταν πως όλα έγιναν καλώς, ό,τι δεν έγινε… μπορεί να γίνει μπορεί και να μη γίνει, και πολιτική ευθύνη δεν υπήρξε ούτε προβλέπεται να υπάρξει.
Ο Πρωθυπουργός επίσης δεν ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί για τίποτα και σε κανέναν. Αντιθέτως, θεώρησε την περίσταση ενδεδειγμένη για ασκήσεις χιούμορ απέναντι σε έναν ανύπαρκτο αντίπαλο. «Κινδυνεύετε να γίνεται κόμμα Black Friday, μείον 50%» είπε στον ΣΥΡΙΖΑ, που, έτσι κι αλλιώς, κάνει μόνος του ό,τι είναι (και ό,τι δεν είναι) δυνατόν για να μείνει για πάντα στο πολιτικό καναβάτσο.
Ενδεχομένως, ακριβώς αυτή η ανυπαρξία αντιπάλου είναι ο λόγος που έκανε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ξεχάσει την αξία της μεγαλοψυχίας του νικητή και του αδιαμφισβήτητου ηγέτη.
Ενδεχομένως αυτή η ίδια ανυπαρξία να κατεβάζει την ποιότητα του λόγου και του έργου της κυβέρνησης, να ανοίγει δρόμους αλαζονείας που ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποκηρύξει και, εν τέλει, να οδηγεί προοπτικά σε φθορά και αποσυσπείρωση.
Όλα αυτά δεν θα «γραφτούν» άμεσα στις δημοσκοπήσεις εκεί η κυβέρνηση ήταν και παραμένει μόνη και απόλυτα κυρίαρχη. Η μοναξιά της όμως είναι επικίνδυνη, πρωτίστως για την ίδια.