Ανεξήγητα φαινόμενα καταγράφονται στην ελληνική αγορά εργασίας, με τα επίσημα δεδομένα να συγκρούονται μεταξύ τους.
Παραγωγικοί κλάδοι της οικονομίας διαμαρτύρονται πως δεν βρίσκουν εργαζόμενους και με βάση τα αιτήματα που είχαν υποβάλει στις Περιφέρειες, τα κενά είναι τεράστια, κυμαινόμενα από 150.000 έως 380.000.
Οι συγκεκριμένες θέσεις αφορούν στην πλειονότητά τους ανειδίκευτους ή χαμηλής ειδίκευσης εργαζόμενους.
Μεγάλα κενά υπάρχουν σε εξειδικευμένους εργαζόμενους και σε ταλέντα, όπου ειδικά επιχειρήσεις τεχνολογικής αιχμής δεν βρίσκουν τους κατάλληλους για να καλύψουν συγκεκριμένες, απαιτητικές θέσεις.
Για την κατηγορία των ανειδίκευτων, που είναι η πιο μαζική, η έλλειψη εργατικών χεριών αποδίδεται στις χαμηλές αμοιβές ή και στον ανταγωνισμό από τρίτες χώρες.
Για τις ελλείψεις στο εξειδικευμένο προσωπικό φταίει η διαρροή προς το εξωτερικό, όπου οι νέοι επιστήμονες εξακολουθούν να αναζητούν καλύτερες συνθήκες και προοπτικές εξέλιξης για την εργασία και τις σπουδές τους.
Οι παραπάνω αριθμοί έρχονται σε αντίθεση με τα στοιχεία για την ανεργία που εκδίδουν η ΕΛΣΤΑΤ και η ΔΥΠΑ.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, οι άνεργοι τον περασμένο Σεπτέμβριο ήταν 467.804 άτομα, ενώ σύμφωνα με τη ΔΥΠΑ ήταν 836.713. Υπάρχει μια σημαντική διαφορά, ανεξήγητη, μεταξύ των δύο κρατικών φορέων, που κάποτε πρέπει να εξηγηθεί πειστικά. Πώς συμβαίνει, δηλαδή, ο άνεργος που είναι εγγεγραμμένος στη ΔΥΠΑ, όταν ερωτάται στην έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ να δηλώνει πως δεν είναι άνεργος;
Ανεξάρτητα ποιος φορέας έχει δίκιο, ο αριθμός των ανέργων είναι υψηλός και αποτελεί σχήμα οξύμωρο η ταυτόχρονη ύπαρξη εκατοντάδων χιλιάδων κενών θέσεων απασχόλησης.
Είναι σαφές ότι κάτι συμβαίνει στην αγορά εργασίας. Δεν μπορεί να βγαίνουν επίσημοι παραγωγικοί φορείς και να δηλώνουν ότι δεν βρίσκουν εργαζόμενους και συγχρόνως να καταγράφονται στρατιές ανέργων.
Η αντίφαση αυτή είναι μια πρόκληση, την οποία καλείται να αντιμετωπίσει άμεσα το υπουργείο Εργασίας.