Ο Πάνος Τσακλόγλου δεν είπε τίποτα λιγότερο από την αλήθεια και τίποτα περισσότερο απ’ όσα προβλέπει η ελληνική νομοθεσία: Θύμισε ότι (με βάση τον νόμο Λοβέρδου-Κουτρουμάνη του 2011) από το 2027 και μετά τα όρια ηλικίας στη συνταξιοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστούν σε συνάρτηση με το προσδόκιμο ζωής.
Ήτοι, από το 2027 και μετά τα όρια ηλικίας θα πρέπει να επανεξετάζονται και να αυξάνονται ανά τριετία, αφού η εξελικτική διαδικασία και η επιστήμη τα έχουν φέρει έτσι ώστε το προσδόκιμο ζωής να αυξάνεται σταθερά τις τελευταίες (και προφανώς και τις επόμενες) δεκαετίες.
Δεν χρειαζόταν να πει περισσότερα ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης για να ριφθεί ακαριαία στην πυρά. Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, άλλωστε, είναι ιστορικά το μεγάλο ταμπού της ελληνικής πολιτικής τάξης. Μόνον που όσοι έσπευσαν να πυροβολήσουν τον αγγελιοφόρο, λησμόνησαν κάποιες βασικές πτυχές της πραγματικότητας.
Λησμόνησαν, για παράδειγμα, ότι καμία κυβέρνηση είτε της Ν.Δ. είτε του ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία δεκαετία δεν άλλαξε τον επίμαχο νόμο.
Λησμόνησαν επίσης ότι οι προβολές του ασφαλιστικού συστήματος δεν βασίζονται σε τίποτα περισσότερο από αναλογιστικές μελέτες. Και κανένας αναλογιστής του πλανήτη δεν μπορεί να υπερβεί την πραγματικότητα που λέει ότι η Ελλάδα είχε πέρσι τις λιγότερες γεννήσεις των τελευταίων 90 ετών.
Ούτε μπορεί να παρακάμψει τα στοιχεία του ΟΟΣΑ που προεξοφλούν πως στην Ελλάδα του 2050 θα αντιστοιχούν 75 συνταξιούχοι σε 100 εργαζομένους έναντι 38 εργαζομένων ανά 100 συνταξιούχους το 2020.
Λησμόνησαν, κυρίως, πως αφού δεν μπορούμε να… ανακόψουμε την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, η προτεραιότητα κάθε κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η αντιμετώπιση του δημογραφικού. Κοινώς, αφού όντως δεν μπορούμε να δουλεύουμε έως τα 70, ας φροντίσουμε να αποκτήσουμε περισσότερους νέους εργαζόμενους και να αλλάξουμε τα αναλογιστικά δεδομένα. Με ουσιαστικές πολιτικές ισότητας στην εργασία, με εντελώς διαφορετική -έως και ανατρεπτική- οπτική στην ενσωμάτωση των μεταναστών και με δραστικά κίνητρα ανάσχεσης του brain drain…