Λίγα εικοσιτετράωρα πέρασαν από την ιστορική συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ στην Αθήνα και την απόφαση για παύση στις αυξήσεις επιτοκίων έπειτα από 15 μήνες και 10 αυξήσεις. Στο μυαλό των κεντρικών τραπεζιτών το μεγάλο ερωτηματικό ήταν οι αρνητικές επιπτώσεις της αυστηρής νομισματικής πολιτικής στην οικονομία της Ευρωζώνης. Και η απάντηση ήρθε άμεσα, με την είδηση πως η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε στο τρίτο τρίμηνο και βρίσκεται καθ’ οδόν για ύφεση.
Τίποτα άγνωστο μέχρι στιγμής. Όλοι, αναλυτές, οικονομολόγοι και διεθνείς οργανισμοί, προέβλεπαν πως η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα έπεφτε σε ύφεση κάποια στιγμή φέτος.
Όμως, άλλο να το συζητάς και άλλο να το βλέπεις να γίνεται. Δεν ήμασταν παρόντες στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ για να γνωρίζουμε τι ακριβώς συζητήθηκε και πώς κατέληξαν σε ομόφωνη απόφαση για τα επιτόκια (ειδικά αφού οι προηγούμενες συνεδριάσεις έδειξαν πως το Δ.Σ. ήταν σχεδόν διχασμένο), όμως μπορούμε να εικάσουμε ότι η γνώση αυτής της αρνητικής είδησης για τη Γερμανία πρέπει να συσπείρωσε τους τραπεζίτες πίσω από την ανάγκη η ΕΚΤ να πατήσει φρένο στις αυξήσεις επιτοκίων. Το μέγεθος της γερμανικής οικονομίας είναι πολύ μεγάλο για να αφεθεί στην τύχη του, ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η νέα γεωπολιτική κρίση στη Μέση Ανατολή, με τον φόβο πως μια πιθανή κλιμάκωση θα φέρει νέα δεινά.
Ωστόσο, η είδηση που προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία είναι η δήλωση-παραδοχή του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Λεμέρ πως η Ευρώπη αντιμετωπίζει πρόβλημα στην προσέλκυση επενδύσεων ικανών για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης. Με τα επιτόκια στα ύψη οι επιχειρήσεις δεν δανείζονται για να πραγματοποιήσουν επενδύσεις, ενώ το εμπάργκο στα ρωσικά κεφάλαια και τα μέτρα προστατευτισμού που εγείρει η Ευρώπη απέναντι στην κινεζική επέλαση αφήνουν τη γηραιά ήπειρο «στεγνή» από νέα κεφάλαια. Εξαιρετικά ανησυχητική η συγκυρία.