Μα καλά, πού έχουν κρυφτεί όλοι αυτοί οι χιλιάδες άνεργοι και δεν καλύπτουν τις θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, με συνέπεια οι εργοδότες να έχουν περιέλθει σε απόγνωση; Γιατί, αλήθεια, χάθηκαν τα καλά «εργατικά χέρια», απουσιάζει η εξειδίκευση και έτσι, σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας (τουρισμός, κατασκευές), παρατηρούνται χιλιάδες κενά;
Αν ισχυριστούμε ότι ξαφνικά, μια μεγάλη μάζα του πληθυσμού έγιναν… τεμπέληδες και ζουν από επιδόματα, μοιάζει ίσως το πιο σύντομο ανέκδοτο. Στην Ελλάδα που το επίδομα ανεργίας είναι λίγο πάνω από τα 400 ευρώ, που καλύπτει μόλις το 13% των ανέργων της ΔΥΠΑ (τ. ΟΑΕΔ), που είναι δύσκολο να χορηγηθεί και εύκολο να κοπεί, είναι πραγματικά αστείος ο συγκεκριμένος ισχυρισμός. Οι βαθύτερες αιτίες του προβλήματος, που έχουν οδηγήσει επιχειρήσεις να ψάχνουν με το κιάλι εργαζόμενους και να μην βρίσκουν, πρέπει να αναζητηθούν στους μισθούς που προσφέρονται και στην ποιότητα εργασίας.
Εδώ και 12 συναπτά έτη, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας στη χώρα, αποτελούν απλώς παρελθόν και ένδοξα περασμένα. Το μισθολογικό status, περιλαμβάνει απευθείας διαπραγμάτευση ανάμεσα σε εργαζόμενο και εργοδότη. Προφανώς η σχέση είναι ετεροβαρής. Προφανέστατα, το μοντέλο που δομήθηκε από τα χρόνια των μνημονίων και θέλει τους μισθούς χαμηλούς για να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις και να διατηρηθεί υψηλή η κερδοφορία, καλά κρατεί. Άρα, ακόμα και αν σε κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις οι επιχειρήσεις αναγκάζονται να προσφέρουν υψηλότερες αμοιβές μπας και προσελκύσουν εξειδικευμένους εργαζόμενους, η «μεγάλη εικόνα» είναι συντριπτικά εναντίον τους. Μόλις το 25% των απασχολούμενων στην Ελλάδα καλύπτεται από κάποιας μορφής συλλογική σύμβαση εργασίας. Το ποσοστό αυτό απέχει 50 ολόκληρες μονάδες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο! Μάλλον, ως κοινωνία και ως αγορά εργασίας, δεν έχουμε αντιληφθεί πόσο μακριά πέφτει η υπόλοιπη Ευρώπη από εμάς…
Τα χειρότερα όμως έρχονται, όταν αναλογιστούμε πόσο έχει αναπτυχθεί το «τέρας» της «μαύρης εργασίας» όλα αυτά τα χρόνια. Με την ανοχή των εργαζομένων, που ασφαλώς και θέλουν υψηλότερες αμοιβές για να επιβιώσουν, έχει καλλιεργηθεί η κουλτούρα της αποφυγής προσλήψεων, ή της χρήσης των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, για να περιορίζεται το λειτουργικό κόστος. Μα, όταν κάποιος προσλαμβάνεται για τετράωρο και δουλεύει δεκάωρο τουλάχιστον, παίρνοντας τα 2/3 του μισθού ως «μαύρα», πώς αλήθεια στηρίζεται το αφήγημα των ποιοτικών θέσεων εργασίας; Ακόμα χειρότερα, όταν ο συγκεκριμένος εργαζόμενος μετά από λίγο καιρό, ξεχνάει ότι έχει προσωπική ζωή. Ας θυμηθούμε ότι η ημέρα έχει 24 ώρες και στην Ελλάδα και ας επιτρέπεται πια δια νόμου, να δουλεύουμε έως και τις 13 εξ αυτών.
Αν, λοιπόν, η Πολιτεία δεν «χτυπήσει» τη μαύρη εργασία, αν δεν περιορίσει την παραοικονομία, που προκαλεί τεράστια εισφοροδιαφυγή και φοροδιαφυγή, ας μην περιμένει να αυξηθεί η προσφορά για θέσεις εργασίας. Εκεί θα παραμένουν «κρυμμένοι» δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, χωρίς να μπορούν να απεγκλωβιστούν. Η λύση να φύγουν αρκετοί εξ αυτών στο εξωτερικό, μοιάζει μονόδρομος. Διαφορετικά, στην Ελλάδα η ταλαιπωρία θα διαιωνίζεται.
Μαθαίνουμε ότι το υπουργείο Εργασίας, ετοιμάζει νομοθέτημα για να στηρίξει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Να μια καλή αρχή. Πρέπει όμως να γίνουν και άλλα, πιο γενναία βήματα. Η ελληνική αγορά εργασίας, χτυπημένη από την οικονομική κρίση και από την πανδημία, έχει μείνει πολύ πίσω. Υπάρχει δρόμος, που πρέπει να διανυθεί μέχρι να γίνουμε… Ευρώπη.