Ο πληθωρισμός πέφτει αλλά η ακρίβεια μένει. Το ενεργειακό κόστος επίσης πέφτει αλλά οι τιμές στο ράφι ανεβαίνουν. Η φέτα έχει ήδη βγει εκτός ελληνικού μικροαστικού μενού και η συσκευασία του λαδιού απέκτησε αντικλεπτικό. Η εκτίναξη των τιμών συμπιέζει την καταναλωτική ζήτηση αλλά η κερδοφορία των επιχειρήσεων ανθεί – οι δύο στις τρεις εισηγμένες είχαν αυξημένα κέρδη στο πρώτο οκτάμηνο της χρονιάς.
Η κυβέρνηση αναδεικνύει το γεγονός ότι η Ελλάδα είχε τον τρίτο χαμηλότερο γενικό πληθωρισμό στην Eυρωζώνη τον Σεπτέμβριο, αναγνωρίζει ότι ο πληθωρισμός των τροφίμων παραμένει πρόβλημα, και επιμένει στον δρόμο των (ψαλιδισμένων) pass και των «καλαθιών». Ο δρόμος αυτός έχει ήδη αποδειχθεί ανεπαρκής, αλλά νέα πορεία δεν προβλέπεται – δεν προβλέπεται, δηλαδή, ούτε και τώρα μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα. Διότι, όπως ειλικρινώς είπε στο Naftemporiki TV, ο υφυπουργός Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης, ο ΦΠΑ αποτελεί πολύτιμο έσοδο που τα δημόσια ταμεία δεν έχουν την πολυτέλεια να στερηθούν. Ήτοι, ο ένας από τους μεγάλους κερδισμένους του υψηλού πληθωρισμού, το κράτος, δεν έχει τη δυνατότητα (ή την πρόθεση) να παραιτηθεί μέρους έστω των κερδών του.
Ανάλογη πρόθεση δεν έχει ούτε ο δεύτερος μεγάλος κερδισμένος, οι επιχειρήσεις. Είναι γνωστό και πρόδηλο ότι οι επιχειρήσεις, στην έναρξη της κρίσης, ανέβασαν τις τιμές τους πολύ πάνω από το ποσοστό αύξησης του ενεργειακού κόστους, για να διαφυλάξουν τα περιθώρια κέρδους τους.
Αυτά τα περιθώρια δεν δείχνουν πρόθεση να τα μειώσουν ούτε τώρα, κι ας λέει το ΔΝΤ ότι το 50% της έκρηξης του πληθωρισμού προέρχεται, διεθνώς, από τα εταιρικά κέρδη.
Προφανώς, το φαινόμενο του πληθωρισμού της απληστίας δεν είναι μόνον ελληνικό, είναι παγκόσμιο. Εξίσου προφανώς όμως, στην Ελλάδα των τριών μνημονίων, της δεκαετούς εισοδηματικής συμπίεσης και της βαλκανικής αγοραστικής δύναμης οι αντοχές της κοινωνικής συνοχής είναι πολύ μικρότερες από εκείνες της Ολλανδίας και της Γαλλίας…