Ο μεγάλος Ιταλός σκηνοθέτης και ηθοποιός Νάνι Μορέττι στην εξαιρετική του ταινία «Palombella rossa», το «Κόκκινο περιστέρι» του 1989, αναφέρεται στην ιδεολογική κρίση της ιταλικής Αριστεράς μετά την κατάρρευση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Πρόκειται για μια κωμωδία με πρωταγωνιστή τον ίδιο τον Μορέττι, που υποδύεται τον Μικέλε – έναν εξαιρετικό παίκτη της υδατοσφαίρισης, αλλά και κομμουνιστή πολιτικό, ο οποίος, μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, πάσχει από αμνησία. Ο Μικέλε ανακαλύπτει ξανά την ταυτότητά του, λίγο-λίγο, όταν οι άνθρωποι γύρω του, αγνοώντας τον τραυματισμό και την απώλεια μνήμης, τον συμπεριλαμβάνουν στις τακτικές τους δραστηριότητες. Σύντομα, ο Μικέλε καταγγέλλει τις αντιφάσεις του καπιταλισμού. Κοροϊδεύει τόσο τον συναισθηματισμό των καθολικών διανοουμένων, όσο και την «ορθοδοξία» των κομμουνιστών ιδεολόγων. Χλευάζει την προκατασκευασμένη γλώσσα των δημοσιογράφων, εκφράζοντας την επιθυμία του για μια «νέα γλώσσα» που φέρνει μαζί την πολιτική και τα συναισθήματα, προκειμένου να οικοδομηθεί ένας κομμουνισμός που να βασίζεται στο «λαϊκό συναίσθημα».
Ο Μορέττ στο «Κόκκινο περιστέρι» κάνει ουσιαστικά μια μεταφορά για τη χαμένη ταυτότητα του ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που αναγκάστηκε να ξαναδημιουργηθεί και να ξαναβρεί τα ιδανικά του σε μια ιδεολογική πραγματικότητα που φαίνεται αποσπασματική στα μάτια του.
H ταινία του Μορέττι ήρθε στον νου βλέποντας την εκρηκτική κατάσταση που εκτυλίσσεται στους κόλπους της Αριστεράς. Όχι μόνο στην Ελλάδα, που παρακολουθούμε πλέον μια σφοδρή αντιπαράθεση ανάμεσα στην αριστερή «ορθοδοξία» και στο «νέο αίμα», αγνώστου ρέζους, που εκφράζει ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Στέφανος Κασσελάκης. Πολλοί θεωρούν μάλιστα ότι είναι θέμα χρόνου η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ανάλογα φαινόμενα βλέπουμε και στη γερμανική Αριστερά (Die Linke). Εδώ και μήνες βρίσκεται σε εξέλιξη μια σφοδρή σύγκρουση μεταξύ της κομματικής ηγεσίας και της πιο δημοφιλούς βουλευτίνας του, της Σάρα Βάγκενκνεχτ, που επιδιώκει να προχωρήσει στην ίδρυση ενός νέου κόμματος μέχρι το τέλος του έτους. Η κομματική ηγεσία και η βουλευτίνα αναλώνονται εδώ και καιρό σε αλληλοκατηγορίες και επιθέσεις, δίχως να δείχνουν κάποια προθυμία για διάλογο και το χάσμα θεωρείται αδύνατο να γεφυρωθεί.
«Κακό χωριό, τα λίγα σπίτια», λέει μια σοφή λαϊκή παροιμία, που υπονοεί τη φθορά από τη γιγάντωση ή στρέβλωση κάποιων γεγονότων στις μικρές κοινωνίες. Στη Γερμανία, άλλωστε, στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές του 2021 η Αριστερά συγκέντρωσε μόλις το 4,9% των ψήφων και στις δημοσκοπήσεις σήμερα φαίνεται να παραπαίει.
Ο κατακερματισμός και η κρίση των ευρωπαϊκών αριστερών κομμάτων αντικατοπτρίζεται και στη γαλλική πολιτική. Στη Γαλλία, η Αριστερά είναι διασπασμένη σε τέσσερα κόμματα. Ο Ζαν Λικ Μελανσόν, επικεφαλής της «La France insoumise» (Ανυπότακτη Γαλλία), πιέζει ώστε η Αριστερά να παρουσιαστεί στις ευρωπαϊκές εκλογές με μια ενιαία λίστα, όπως έκανε στις βουλευτικές εκλογές του 2022 με το NUPES, έναν συνασπισμό που συγκεντρώνει τα τέσσερα κύρια αριστερά κόμματα. Ωστόσο, οι εταίροι της στη NUPES απέρριψαν το αίτημα, υποστηρίζοντας ότι οι διαφορές τους σε ευρωπαϊκά θέματα είναι πολύ μεγάλες.
«Η Αριστερά περνά υπαρξιακή κρίση», λέει το ιστορικό στέλεχος του Die Linke και πρώην πρόεδρος του κόμματος, Γκρέγκορ Γκύζι. Κάποιος παλιός αριστερός ηγέτης μού είχε πει κάποτε ότι η Αριστερά είναι σαν την …αμοιβάδα, που ζει για να διχοτομείται. Η αμοιβάδα – γράφει το επιστημονικό λεξικό – αντιδρά, πλησιάζει ή απομακρύνεται στα διάφορα ερεθίσματα που δέχεται στο περιβάλλον της, ερεθίσματα όπως το φως!
Στην αριστερά αρέσει να το κάνει αυτό συχνά. Επειδή κάποιοι είναι είτε πολύ αριστεροί, είτε όχι αρκετά αριστεροί, είτε ελάχιστα. Και αυτό, όσο συνεχίζεται, η Αριστερά δεν θα είναι ποτέ δυνατή. «Η παρακμή της κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας είναι γενικευμένη στην Ευρώπη, μπορούμε ακόμη και να μιλάμε για ένα κομματικό είδος που κινδυνεύει με εξαφάνιση», λέει ο Νικολά Λερόν στο βιβλίο του «La Double démocratie: Une Europe politique pour la croissance. Είδος προς εξαφάνιση, λοιπόν, η Αριστερά, όσο λειτουργεί σαν την αμοιβάδα. Προς μεγάλη ικανοποίηση των αντιπάλων της, που τρίβουν τα χέρια τους! Όσο για τους πολίτες που ζητούν μια άλλη πολιτική; Ποιος νοιάζεται. Τον λόγο έχουν δυστυχώς μόνο κάποιοι «μικροί Ναπολέοντες»…