Εισερχόμενοι στo φθινόπωρο, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις διαφαίνονται αντιστρόφως ανάλογες με τις έντονες καιρικές συνθήκες που έπληξαν πρόσφατα τη χώρα.
Η Τουρκία, ύστερα από τον καταστροφικό σεισμό που βίωσε τον περασμένο Φεβρουάριο, σε συνδυασμό με την αποτυχημένη αναθεωρητική εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, ώθησε τον Ερντογάν να προβεί σε στρατηγική αναδίπλωση, αναδιάταξη και επαναπροσέγγιση της χώρας του με τους παραδοσιακούς της συμμάχους (οι οποίοι ειρήσθω εν παρόδω παρέχουν έως σήμερα θερμή υποστήριξη στην Ουκρανία).
Υπό αυτό το πρίσμα, το πιο ευοίωνο και άκοπο μονοπάτι για την Τουρκία περιλαμβάνει μια μεταστροφή στη διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων προς ένα κλίμα νηνεμίας και αποκλιμάκωσης.
Πράγματι, το καλοκαίρι του 2023 χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα πιο ήπια, καθώς διακρίθηκε από την απουσία εναέριων παραβιάσεων, σεβόμενο το μορατόριουμ Παπούλια-Γιλμάζ που είχε υπογραφεί το 1988.
Η πρόσφατη συνάντηση δε, του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών με τον Τούρκο ομόλογό του στην Άγκυρα την περασμένη Τρίτη επιβεβαίωσε την καλή διάθεση που επικρατεί ενόψει της επικείμενης συνάντησης κορυφής Μητσοτάκη-Ερντογάν στις 20 Σεπτεμβρίου στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Συγκεκριμένα σημειώθηκαν αρκετά θετικά βήματα επαναπροσέγγισης των δύο χωρών (και από πλευράς ελληνικής τακτικής), όπως η αναβάθμιση των διερευνητικών επαφών (οι οποίες λάμβαναν χώρα για χρόνια άτυπα με διπλωματικά και τεχνοκρατικά κλιμάκια) σε επίπεδο πολιτικού διαλόγου, η ενίσχυση των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) αλλά και η προώθηση της λεγόμενης “θετικής” ατζέντας, η οποία ενισχύει τη συνεργασία σε αμοιβαία επωφελείς τομείς για τις δύο χώρες (όπως ο τουρισμός, το περιβάλλον, οι επενδύσεις, η ναυτιλία κ.λπ. ). Το ερώτημα όμως παραμένει κατά πόσο η Ελλάδα δύναται να καρπωθεί κάτι ουσιώδες για να αποδειχθεί ότι η μεταστροφή της Τουρκίας δεν ήταν αμιγώς ιδιοτελής και εκ του πονηρού (οικονομική στήριξη από την ΕΕ – πράσινο φως για την αναβάθμιση των F-16).
Η θέση του γράφοντος εισηγείται, ότι προκειμένου να υπάρξει ουσιαστική εξέλιξη στην υλοποίηση της ελληνικής στρατηγικής, ήτοι την υπογραφή συνυποσχετικού για προσφυγή στη Χάγη με μοναδική διαφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, Υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, προηγείται η απαίτηση της ελληνικής πλευράς για άρση του παράνομου casus belli επί του κυρίαρχου δικαιώματος της Ελλάδας στην επέκταση των χωρικών της υδάτων έως τα 12 ναυτικά μίλια.
Ο σεβασμός και το κλίμα συνεργασίας με αυτόν τον τρόπο θα αναδείξει εμπράκτως τη βούληση της γείτονος για ουσιώδη διάθεση επίλυσης και ειρηνικής συνύπαρξης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, που θα συγκληθεί τον προσεχή Νοέμβριο στη Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή υψηλόβαθμων κυβερνητικών αξιωματούχων και από τις δύο χώρες, συνιστά μεγάλο στοίχημα για επακόλουθο σημαντικών εξελίξεων.