Δυο καμπάνες για το άμεσο μέλλον της ευρωζώνης χτύπησε εκκωφαντικά η Κριστίν Λαγκάρντ μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ την περασμένη Πέμπτη: Η ανάπτυξη είναι και θα είναι ασθενής και ο πληθωρισμός κινδυνεύει να αυξηθεί.
Η Λαγκάρντ, μάλιστα, παραδέχτηκε ότι η ανάπτυξη θα είναι «πολύ, πολύ αργή».
Οι ειδικοί παραδέχονται επίσης, ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα μπορούσε ακόμη και να βρίσκεται στα πρόθυρα συρρίκνωσης.
«Οι δύσκολες στιγμές είναι τώρα», είπε η Λαγκάρντ στους δημοσιογράφους, εξηγώντας ότι απαιτείται περαιτέρω σύσφιξη «όχι επειδή θέλουμε να επιβάλουμε μια ύφεση, αλλά επειδή θέλουμε σταθερότητα τιμών».
Το πρόβλημα είναι ότι η ΕΚΤ, σε αντίθεση με το 2012 για παράδειγμα, δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μια διαφορετική νομισματική πολιτική: Ακόμη κι αν σταματήσει την αύξηση των επιτοκίων και αντιστρέψει την ταχύτητα.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε να μειώσει τα επιτόκια, αλλά θα βρισκόταν με ένα αποδυναμωμένο νόμισμα, και επομένως περισσότερο πληθωρισμό και μια εκροή κεφαλαίων.
Αυτές είναι δύο ανεπιθύμητες συνέπειες σε έναν κόσμο, όπου η ΕΕ ψάχνει εναγωνίως για πρώτες ύλες.
Ο νέος κόσμος
Σε έναν νέο κόσμο που έχει γίνει πιο περίπλοκος και στον οποίο η Ευρώπη οδεύει προς μια ενεργειακή επανάσταση που απαιτεί τρισεκατομμύρια ευρώ. Εάν η ΕΚΤ επέλεγε μια πιο χαλαρή νομισματική πολιτική, θα προχωρούσε προς μια ατέρμονα αποδυνάμωση του ευρώ , την οποία η Ευρώπη δεν θέλει.
Το πρόβλημα είναι ότι άλλοι παγκόσμιοι παίκτες έχουν πλέον μεγαλύτερη ευελιξία από την Ευρώπη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτοντας (ακόμη) το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα,είναι η πιο σταθερή χώρα στη Δύση.
Η Κίνα επίσης μπορεί να υποτιμά το νόμισμά της, αλλά είναι η χώρα που ισχυρές σχέσεις με όλους τους μεγάλους παραγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου-από τη Ρωσία έως τη Σαουδική Αραβία- ελέγχει τις σπάνιες γαίες και τις αλυσίδες εφοδιασμού ηλιακών πάνελ και ηλεκτρικών μπαταριών και μπορεί πάντα να υπολογίζει στον εγχώριο άνθρακα.
Η αμερικανική βιομηχανική αναγέννηση συμβαίνει κυρίως χάρη στο εσωτερικό σχιστολιθικό αέριο και πετρέλαιο.
Η οικονομία της Ινδίας αναπτύσσεται επίσης, χάρη στο ρωσικό πετρέλαιο, το οποίο μεταπωλεί και στην Ευρώπη.
Η Ευρώπη, όπως έγραψε ο Μάριο Ντράγκι στον Economist, έχει χάσει τις ρωσικές ενεργειακές πηγές και κινδυνεύει να απωλέσει και τις κινεζικές εξαγωγές.
Με απλά λόγια: ο κόσμος έχει αλλάξει και η Ευρώπη δεν μπορεί και να ήθελε, να το αποφύγει. Δεν καταλαβαίνουν στις Βρυξέλλες ότι, στον ανταγωνισμό για τις πρώτες ύλες, είναι απαραίτητο να υπάρχει μια πολύ πιο αποφασιστική business προσέγγιση και πολύ λιγότερο ιδεολογική εξωτερική πολιτική.
Η Ευρώπη εξακολουθεί να αισθάνεται πλούσια, δεν έχει όμως συμβιβαστεί πραγματικά με αυτό που συνέβη τα τελευταία δύο χρόνια. Δεν φαίνεται να έχει καταλάβει πόσο βαθιά είναι η ήττα που έχει υποστεί. «Το νικάν εαυτόν πασών νικών πρώτη και αρίστη. Το δε ηττάσθαι αυτόν υφ’ εαυτού, αίσχιστον και κάκιστον» έλεγε ο Πλάτων.
Εάν η Ευρώπη δεν βρει τρόπο να σώσει μόνη τη βιομηχανία της, αντικαθιστώντας γρήγορα τους παράγοντες που έχουν εξαφανιστεί, αυτό που την περιμένει είναι ένα πολύ περίπλοκο και επικίνδυνο σενάριο. Κινδυνεύει να βρεθεί σε μια εμπορική απομόνωση που θα είναι η βίαιη κατάληξη του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, πάνω στο οποίο έχει θεμελιωθεί η ευημερία της τις τελευταίες δεκαετίες. Ενα σενάριο που θα καταδικάσει την ευρωπαϊκή οικονομία σε έναν άλυτο στασιμοπληθωρισμό.
Η Κριστίν Λαγκάρντ επιδιώκει να κρατήσει την Ευρώπη ανάμεσα στις «πλούσιες» οικονομίες, αλλά η νομισματική πολιτική δεν λύνει τα προβλήματα της ανταγωνιστικότητας. Αυτή είναι μια πρόκληση που μπορεί να κερδηθεί μόνο αν εγκαταλείψουμε με ταχύτητα φωτός τις ιδεολογίες και τους αποκλεισμούς στην εξωτερική πολιτική.