Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σήμανε συναγερμό για τους κινδύνους που απειλούν την οικονομία της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., κατεβάζοντας τον πήχη για την ανάπτυξη και διατηρώντας υψηλό τον στόχο για τον πληθωρισμό φέτος και το 2024.
Η Ευρώπη παραμένει εγκλωβισμένη στον στασιμοπληθωρισμό, με την ΕΚΤ να ανεβάζει τα επιτόκια, επιμένοντας να κυνηγά τον άπιαστο στόχο του πληθωρισμού στο 2%, έχοντας να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και το φάσμα ενός ακριβού ενεργειακού χειμώνα, ενώ παράλληλα αυξάνονται οι αμυντικές δαπάνες για να στηριχθεί το Κίεβο.
Κι όμως, ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι οικονομικός. Είναι πολιτικός και λέγεται λαϊκισμός και άκρα δεξιά. Σε όλη την Ευρώπη, πολιτικά κόμματα που κέρδισαν δημοφιλία από την κοινωνική αντίδραση στην πανδημία, την ακρίβεια και το οικονομικό κόστος του πολέμου στην Ουκρανία βλέπουν τα δημοσκοπικά ποσοστά τους να ενισχύονται σημαντικά. Μπορεί η δύναμή τους να μη φτάνει μέχρι την κορυφή και την απόκτηση της εξουσίας, όμως ασκούν επιρροή μέσω κυβερνητικών συνεργασιών ή προκαλώντας πολιτικά αδιέξοδα. Η ελληνική Βουλή «φιλοξενεί» δύο τέτοια κόμματα.
Είναι εμφανές πως το επίπεδο απογοήτευσης ανάμεσα στους Ευρωπαίους πολίτες έχει αυξηθεί σημαντικά και αυτή η κατάσταση πρωτίστως προκαλεί συναγερμό στις Βρυξέλλες, καθώς μια σειρά από εκλογικές αναμετρήσεις βρίσκονται μπροστά. Στην Πολωνία και τη Σλοβακία φέτος, στην Αυστρία και στο Βέλγιο το 2024, ενώ έρχονται και οι ευρωεκλογές. Α, μην ξεχάσουμε ότι το ακροδεξιό κόμμα AfD στη Γερμανία βρίσκεται δεύτερο στις δημοσκοπήσεις.
Το φαινόμενο βέβαια δεν είναι αποκλειστικά ευρωπαϊκό. Στις ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ βλέπει τη δημοφιλία του να ενισχύεται με κάθε κατηγορία που του απαγγέλλεται, ενώ στην Αργεντινή η άκρα δεξιά έρχεται με φόρα.
Το «καμπανάκι» της Κομισιόν ακούστηκε ηχηρό χθες. Το θέμα είναι αν το άκουσαν οι ίδιοι οι επίτροποι και αν έφτασε τόσο μακριά όσο η Φραγκφούρτη.