Το κίνημα της πετσέτας άφησε πίσω του κόμματα και πολιτικούς. Η κυβέρνηση έτρεξε εκ των υστέρων να ρυθμίσει και η αντιπολίτευση να υιοθετήσει.
Κοινώς, το δικαίωμα στο αυτονόητο αναδείχθηκε ως κοινωνικό αίτημα και όχι ως κεκτημένο μιας συντεταγμένης πολιτείας. Κι ας διαμήνυε, από τον Μάιο ακόμη, ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος ότι «η απρόσκοπτη πρόσβαση στις παραλίες είναι conditio sine qua non για το φετινό καλοκαίρι».
«Ιδιωτικές παραλίες, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο νόμος δεν γνωρίζει!» έγραφε τότε στην εγκύκλιό του ο αντεισαγγελέας, χαρακτηρίζοντας «κοινωνικά ανήθικη» την κατάληψη και της τελευταίας σπιθαμής παραλίας από ξαπλώστρες και ομπρέλες που χρεώνονται ως πρώτο τραπέζι πίστα στα μπουζούκια και εξορίζουν ιθαγενείς και πληβείους στα βράχια.
Το καλό της υπόθεσης είναι ότι έστω και όψιμα η δράση του κινήματος της πετσέτας έφερε άμεση αντίδραση, εισαγγελική και κυβερνητική, και ήδη συντελείται η μεγάλη… απελευθέρωση των παραλιών.
Το κακό για το πολιτικό σύστημα είναι ότι την ατζέντα της αποκατάστασης της νομιμότητας την έβαλαν οι πολίτες και όχι η -έχουσα την λαϊκή εντολήεκτελεστική αρχή της χώρας.
Το (κακόγουστο) αστείο ίσως είναι ότι ο αντίλογος απέναντι στο κίνημα της πετσέτας έρχεται στο όνομα του επιχειρείν, των τουριστικών εσόδων και των δικαιωμάτων της εύπορης ελίτ.
Δόξα τω Θεώ η ελληνική ακτογραμμή είναι ατέλειωτη. Χωράει και την πετσέτα, χωράει και το επιχειρείν. Και παραδίπλα χωράει και την Ντίσνεϊλαντ των πλουσίων υπό την προϋπόθεση ότι δεν βιάζει τον νόμο και την αισθητική μας…