Η «μάχη της ομπρέλας και της ξαπλώστρας», προς εξασφάλιση ελεύθερων – δωρεάν ζωνών απόλαυσης για τους λουόμενους εκατοντάδων γαλάζιων ελληνικών παραλιών, ανέδειξε -ορθώς- σοβαρότατες παρατυπίες που χρόνια τώρα όλοι γνωρίζαμε, αλλά αποφεύγαμε… επιμελώς να συζητήσουμε δημόσια. Άφησε όμως σε δεύτερο πλάνο ένα εξίσου σημαντικό ζήτημα: την ανάγκη της ισόρροπης διάχυσης του τουριστικού τζίρου μεταξύ των θερινών προορισμών.
Σήμερα, ο μεγαλύτερος όγκος των τουριστών, κυρίως αυτών που προέρχονται από το εξωτερικό, συγκεντρώνεται σε έναν σχετικά περιορισμένο αριθμό περιοχών, κατά βάση της νησιωτικής Ελλάδας, όταν η χώρα προσφέρει αμέτρητες ποιοτικές εναλλακτικές, που δυστυχώς παραμένουν εκτός των ραντάρ των διεθνών πρακτορείων.
Η αποσυμφόρηση συγκεκριμένων προορισμών από την υπερσυγκέντρωση ξένων τουριστών, αφενός, θα διαμοιράσει τον εισαγόμενο πλούτο και σε άλλες τουριστικές περιοχές της χώρας, θα εκλογικεύσει έστω και μερικώς τις ακραίες – επιθετικές επιχειρηματικές συμπεριφορές, θα περιορίσει τα «αρμυρά» τιμολόγια και, αφετέρου, θα αντιμετωπίσει τη διαρκώς εντεινόμενη παραβατικότητα.
Μέχρι σήμερα οι εκπρόσωποι της τουριστικής βιομηχανίας έκαναν λόγο για την ανάγκη επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου. Μετά όμως τα βαριά κρούσματα παράνομων συμπεριφορών, πολλά εκ των οποίων αποδείχθηκαν και ποινικά κολάσιμα, σε νησιά βιτρίνα του ελληνικού τουρισμού, μήπως βασική προτεραιότητα της αγοράς θα έπρεπε να είναι η ορθολογικότερη γεωγραφική διάχυση της τουριστικής κίνησης; Ποιος ο λόγος δηλαδή συγκεκριμένα θέρετρα να θησαυρίζουν από τον τουρισμό και άλλα να… φυτοζωούν, όταν οι προδιαγραφές τους είναι επίσης άκρως ελκυστικές;
Η φετινή σεζόν έχει πλέον προδιαγραφεί. Ό,τι συζητάμε αφορά το 2024 και κάθε επόμενη περίοδο. Ευθύνη των συναρμόδιων υπουργείων είναι να συνδράμουν πολιτικά, μετατρέποντας την κρίσιμη αυτή πρόκληση σε μεγάλη ευκαιρία για την οικονομία. Ίσως ήλθε η ώρα να σηκώσουν την… πετσέτα που τους πέταξε η αγορά.