«Πάμε για τελευταίο εφοδιασμό και φεύγουμε». Τι να πεις. Γυμνές λέξεις, της ντροπής.
Στην αρχαία τραγωδία, ο ήρωας που κεντρίζεται από προσωπικό δαίμονα, τη μοίρα, την ανάγκη ή το χρέος, κάποτε αντιλαμβάνεται το αδιέξοδο, αλλά δεν φαίνεται ικανός ή διατεθειμένος να αντιδράσει. Ο ρόλος του μοιάζει καθορισμένος να κινείται στα στέρφα χώματα του μοιραίου, αλλά τουλάχιστον, μέσα από την αυτοκαταστροφή ή την καταστροφή οικείων του, επέρχεται η κάθαρσις, λύεται η ύβρις, θεραπεύεται το κακό.
Πείτε μου, πώς θεραπεύεται, όταν άδραξε το Canadair CL-215 τον σμηναγό Χρήστο Μουλά και τον ανθυποσμηναγό Περικλή Στεφανίδη σε ακινησία θανατερή;
Πείτε μου, πώς θεραπεύεται το αμετάκλητο σήμερα; Με το τι θα μπορούσε να έχει γίνει ή τι χρειάζεται να γίνει, ώστε να μην επαναληφθεί η καταστροφή;
Τα ερωτήματα λιώνουν. Τα σύννεφα δεν είναι ποτέ λευκά. Υπάρχει ελάχιστο λευκό στα σύννεφα. Κι όμως, ο κόσμος λέει πως είναι λευκά. Σωστά; Τι είναι η «κάθαρση» εδώ; Τι είδος «καθαρισμού» επισυμβαίνει στις ψυχές μας, καθώς είμαστε καρφωμένοι στις οθόνες;
Για ένα δεν υπάρχει αμφιβολία. Ήταν γενναία παιδιά. Δεν έγιναν με την πτώση στον Πλατανιστό Καρύστου. Ήταν ήρωες. Δεν έγιναν, όταν άδειασαν τα εννιά δευτερόλεπτα.
Όλοι μικροί, γήινοι, φθαρτοί, μα κάποιοι διαφορετικοί. Άνθρωποι της ευθύνης, του άλατος που σφίγγει τους αρμούς της ζωής. Άνθρωποι του καθήκοντος, της επιθυμίας να υπερβούν τα όρια, να τεντώνουν τις αντοχές τους, τις ικανότητές τους, τα νεύρα τους, τις αντένες τους. Με γνώση και αποδοχή των κινδύνων. Δεν τους αψηφούν, τους λογαριάζουν, μα άλλον χάρτη δεν χαράζουν. Στα σκοτεινά, χωρίς κομπασμούς. Υπάρχει κάτι πιο ηρωικό απ’ αυτό, σε έναν κόσμο που αγαπά το βολικό;
Κανείς δεν δεσμεύεται από το καθήκον, παρά μόνο αν το επιθυμεί. Ο Χρήστος και ο Περικλής το επιθυμούσαν. Τη ζωή τιμούσαν. Την έκαναν λίγο καλύτερη. Γιατί ήταν ταγμένοι. Κι εμείς βαθιά υποχρεωμένοι.