Ο Τσίπρας έφυγε (αργά, και όχι νωρίς), οι αυταπάτες τέλειωσαν οριστικά και οι επίγονοι αναμετρώνται πλέον είτε με το μπόι τους είτε με τη σκιά τους.
Κρίνοντας από τον χρόνο και τις ταλαντεύσεις έως ότου ανακοινώσουν τις υποψηφιότητές τους για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, κάποιοι εκ των εν λόγω επιγόνων μπορεί και να μην έχουν υψηλό βαθμό -αστικής ή μηαυτοπεποίθησης. Κι ας ετοιμάζονταν χρόνια για την επόμενη μέρα, κι ας την επιδίωκαν ενίοτε.
Κρίνοντας από τις, έως τώρα, πολιτικές πλατφόρμες τους, η αυτοκριτική δεν είναι στις προτεραιότητές (όλων) τους. Έφταιγε ο Τσίπρας, έφταιγε η αυταρέσκεια της ηγεσίας και ο λαϊκισμός, έφταιγαν οι κακοφωνίες, έφταιγε το «σύστημα» και οι «εχθροί», οι ίδιοι όμως ήταν άμεμπτοι και ανύποπτοι. Οι αμέτοχοι «πεφωτισμένοι».
Κρίνοντας επίσης από τα (μη) διλήμματα που έθεσαν, μπορεί και να μην έχουν καταλάβει ακόμη το πόσο αλλού ήταν η κοινωνία και η πραγματικότητα και πόσο αλλού ο ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι ωραία ιδέα να μιλάς για «ένα κόμμα μελών, με λογοδοσία, με διαδικασίες, με όργανα, με πολιτικό πολιτισμό» και «με έναν πρόεδρο που θα είναι πρώτος μεταξύ ίσων». Μόνον που το πολιτικό σύστημα έχει κενό σε αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης και υποψήφιο πρωθυπουργό και όχι σε κομματάρχη και τροχονόμο φραξιών.
Είναι βολικό να δηλώνεις πως οι «αντίπαλοί μας κατασκεύασαν το δίλημμα με το Κέντρο ή με την Αριστερά». Και είναι ωραίο να λες ότι «είμαστε με τους πολλούς και με το δίκιο». Μόνο που η ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς δεν προϋποθέτει μόνο (θολές) συνθέσεις, προϋποθέτει και ρήξεις. Και θέλει καθαρές θέσεις και καθαρές λύσεις, όπως είπε κάποτε και ο (πρώην κεντροαριστερός) Κώστας Σημίτης.
Αλλιώς μοιράζεις καρδούλες, σαν τη Ζωή Κωνσταντοπούλου. Οι οποίες μπορεί να αρκούν για να βάλουν ένα κόμμα διαμαρτυρίας στη Βουλή, αλλά δεν φτιάχνουν κόμματα εξουσίας.