Στο «Αστείο» ο 20χρονος Λούντβιχ Γιαχν, στέλνει στη φίλη του μια κάρτα και με διάθεση αστεϊσμού της γράφει: «Ο οπτιμισμός είναι το όπιο του λαού. Το υγιές πνεύμα βρωμάει βλακεία. Ζήτω ο Τρότσκι». Η κίνηση αυτή θα αποδειχθεί μοιραία. Τον διαγράφουν από το κόμμα, τον στέλνουν σε τάγμα ανεπιθύμητων και καταλήγει στα ορυχεία για να εργαστεί τρία χρόνια «εθελοντικά». Τα όνειρά του γκρεμίζονται, το σχέδιο της ζωής του ανατρέπεται, τα πάντα ανασχεδιάζονται στα θεμέλια ενός αστείου που είναι «λάθος» και για αυτό φέρει συνέπειες.
Τις δύο τελευταίες δεκαετίες ο κόσμος όλος μοιάζει να περνάει την περιπέτεια του ήρωα του Μίλαν Κούντερα. Από τη χρηματοπιστωτική κρίση, στην κρίση χρέους, στη βαθιά κοινωνική και πολιτική κρίση, την τοξικότητα και τον διχασμό, τα τείχη, τα lockdown, το διαρκές κρύψιμο πίσω από «μάσκες», είδαμε πολλές φορές τη ζωή μας να ανατρέπεται σε μία στιγμή, λες και πλήρωνε τις συνέπειες ενός «λάθους»- ακόμη και εάν δεν ήμασταν εμείς που τολμήσαμε να ξεστομίσουμε το «αστείο».
Ο Κούντερα, ένας «οξυδερκής παρατηρητής των κοινωνιών και της ανθρώπινης φύσης», όπως τον χαρακτήρισε η DW, πέθανε. Ο ολοκληρωτισμός, τα καθεστώτα που τιμωρούν τις φωνές που ξεφεύγουν από τη γραμμή, όλα αυτά που κατήγγειλε μέσα από το έργο του, είναι ακόμη εδώ, καλά κρατούν, κάποιες στιγμές μοιάζουν μάλιστα να δυναμώνουν. Και αυτό δεν είναι καθόλου αστείο.
Αλλά και εμείς εδώ, επιμένουμε. Γιατί «το μόνο πράγμα που μας απομένει μπροστά σε αυτή την αναπόφευκτη ήττα που λέγεται ζωή είναι να προσπαθήσουμε να την κατανοήσουμε».