Skip to main content

Επιχειρηματικός «περίπατος» στο Πεκίνο

Η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ε.Ε., με τις διμερείς εμπορικές ροές να ξεπερνούν τα 850 δισ. ευρώ το 2022.

Μεγάλος διχασμός ή μεγάλη ανάγκη; Ή και τα δύο μαζί; Παρότι πρόκειται για έννοιες αντίρροπες, μπορούν και συνταιριάζουν μέσα από την ανάγκη. Στην περίπτωση Ε.Ε. – Κίνας, η ανάγκη μεταφράζεται σε ανάπτυξη, επενδύσεις, άνοιγμα αγορών και ροή κεφαλαίου. Η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ε.Ε., με τις διμερείς εμπορικές ροές να ξεπερνούν τα 850 δισ. ευρώ το 2022.

Τον τελευταίο καιρό, τα δύο πεδία αντιπαράθεσης κάνουν ένα βήμα πίσω και αρκετά μπροστά. Αυτή είναι η νέα μορφή υψηλής διπλωματίας του Πεκίνου, που ενέχει και έναν αέρα κινεζικής παγκοσμιοποίησης, υπό την έννοια της προσέλκυσης της κορυφαίας επιχειρηματικής ελίτ. Δίχως να εξαιρούνται οι ΗΠΑ απ’ αυτό. Γιατί η ανάπτυξη του επιχειρείν «παίζεται» με κανόνες διαφορετικούς από αυτούς της γεωπολιτικής.

Το Πεκίνο έχει εδώ και καιρό στρώσει το κόκκινο χαλί σε κορυφαία εταιρικά στελέχη, μεταξύ των οποίων τον ιδρυτή της Tesla, Έλον Μασκ, τον διευθύνοντα σύμβουλο της Apple, Τιμ Κουκ, τον συνιδρυτή της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς, και τον διευθύνοντα σύμβουλο της JPMorgan Chase & Co., Τζέιμι Ντάιμον. Απώτερος στόχος να απομακρύνει την παραμικρή αμφιβολία ότι έχει γίνει πιο εχθρικό απέναντι στο ξένο κεφάλαιο.

Ο επόμενος στη λίστα, ο Γάλλος μεγιστάνας του κλάδου πολυτελών ειδών, Μπερνάρ Αρνό, που διευθύνει το τιμόνι της «αυτοκρατορίας» LMMH και πραγματοποιεί επίσκεψη στην Κίνα.

Ακόμη κι αν αυτές οι κινήσεις δεν συνιστούν «ψήφο εμπιστοσύνης» απέναντι στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, αντανακλούν τις υψηλές προσδοκίες για τη δυναμική της Κίνας. Ως εκ τούτου, το αποκαλούμενο δόγμα της εξάλειψης του κινδύνου «Κίνα» από τις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες, που τόσο έντονα προβάλλει η Δύση, επ’ ουδενί δεν σημαίνει απομάκρυνση, αποσύνδεση ή απομόνωση. Πιο εμφατικά δεν μπορούσε να το πει ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς. Η Ευρώπη συντηρεί με κάθε τρόπο τις σχέσεις της με την Κίνα, ακόμη και όταν λέει ότι θέλει να τις «κόψει». Απλά το κάνει με λάθος τρόπο, ελλείψει κοινής ευρωπαϊκής γραμμής. Και αυτό θα το πληρώσει στο μέλλον.