Εμμένουν τα πολιτικά κόμματα και ειδικότερα τα κόμματα της αντιπολίτευσης στο ζήτημα της φορολόγησης των κερδών, όπως και των μερισμάτων, αναζητώντας τη «δίκαιη» μεταχείριση της αγοράς, ωστόσο παραβλέπουν ή παρεξηγούν (άγνωστο γιατί) βασικά ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία του επιχειρείν.
Για παράδειγμα, τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών, αλλά και των επιχειρήσεων από συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας είναι την περίοδο αυτή αυξημένα για συγκυριακούς λόγους. Δεν πρόκειται κατ’ ανάγκη για υπερκέρδη και σε ό,τι έχει να κάνει με τις εισηγμένες δεν τις αφορούν στο σύνολό τους. Ας μην ξεχνάμε ότι ορισμένες εταιρείες «γράφουν» ζημιές και κάποιες άλλες μειωμένη κερδοφορία.
Το φορολογικό σύστημα της χώρας δεν γίνεται και δεν πρέπει να αλλάζει ανάλογα με τις διεθνείς συγκυρίες. Για να παραμείνει η Ελλάδα ελκυστική χώρα ως επενδυτικός προορισμός, οφείλει να διαθέτει ένα σταθερό πλαίσιο φορολόγησης των επιχειρήσεων.
Η πρόσφατη οικονομική ιστορία μάς δίδαξε ότι η ανάπτυξη έρχεται με μειώσεις φόρων και όπου ή όποτε αποφασίσθηκε αύξηση της φορολόγησης επήλθε είτε μείωση του ρυθμού ανάπτυξης είτε ύφεση.
Πέραν των ανωτέρω, όλοι γνωρίζουμε τα περί της παραοικονομίας. Θα είχε ενδιαφέρον για τους ψηφοφόρους να ήταν σε γνώση τους οι θέσεις των κομμάτων για τη μείωση του μαύρου χρήματος και την πάταξη της φοροδιαφυγής. Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης οδηγεί σε αύξηση των φορολογικών εσόδων, η οποία -εφόσον υπερβεί κάποιο όριοεπιτρέπει και γενναίες φοροελαφρύνσεις.
Ας αφήσουμε λοιπόν την αγορά να λειτουργήσει εν ηρεμία και ας κυνηγήσουμε τους φοροφυγάδες, που, λίγο πολύ, όλοι γνωρίζουμε ποιοι είναι και γιατί δεν τους ακουμπά κανένας…