O «Economist», που δεν φιγουράρει στην πινακοθήκη των επαναστατών, έκανε ποδαρικό της χρονιάς, προβλέποντας στροφή πιο αριστερά το 2023, αν και με περιορισμένη διάθεση για ριζοσπαστικές αλλαγές.
Πού βασιζόταν η προφητεία; Σε πολλά και διάφορα στοιχεία, από το τέλος μιας δεκαετίας χαμηλών επιτοκίων, και την επιστροφή των υψηλών τιμών ενέργειας και του πληθωρισμού μέχρι τον απόηχο μιας από τις πιο θανατηφόρες πανδημίες στην ιστορία.
«Αν αυτές οι τάσεις προμηνύουν ευρείες πολιτικές αλλαγές, θα μπορούσατε να περιμένετε ότι η πολιτική θα κινηθεί προς τα αριστερά, έστω και ως αντίδραση στις κυρίως κεντροδεξιές κυβερνήσεις που κυριάρχησαν στις πλούσιες δημοκρατίες κατά την προηγούμενη δεκαετία. Αυτό φαίνεται ήδη να συμβαίνει.
Το 2022, στις Βαυαρικές Άλπεις, σε μια συνάντηση της G7, ο Μπάιντεν μπορούσε να κοιτάξει γύρω από το τραπέζι και να μετρήσει άλλους πέντε ηγέτες από την Κεντροαριστερά: του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας (πριν από τις εκλογές που έφεραν τη Μελόνι στην εξουσία). Αντίθετα, όταν ο Ομπάμα συναντήθηκε με τους ομολόγους του το 2010, όλοι τους προέρχονταν από τη Δεξιά ή την Κεντροδεξιά».
Καλά, ο Μακρόν και ο Ντράγκι δεν είναι Κεντροαριστεροί, αλλά δεν έγινε στο σημείο αυτό η στραβή. Δύσκολοι, άλλωστε, οι ορισμοί, θολοί οι διαχωρισμοί.
Όντως, ήταν η αρχή μιας μετατόπισης στο πολιτικό εκκρεμές, αλλά προς τα δεξιά. Το κύμα έφτασε την Κυριακή και στην Ισπανία, σαρώνοντας νωρίτερα την Ιταλία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία -Πολωνία και Ουγγαρία είναι σταθερά ιστορία και η Λεπέν στη Γαλλία ατενίζει το 2027 με αισιοδοξία- που δεν αποθαρρύνθηκαν από τα ακροδεξιά στοιχεία.
Υπό αυτήν την έννοια είναι έτος καμπής, όπως προέβλεπε ο Economist, το 2023. Απλώς, σε διαφορετική κατεύθυνση, γιατί δεν είναι όλα οικονομία.
Αλλά ακόμη κι αν περιστρέφονται γύρω από αυτήν, πολλοί υποτιμούν το ψυχολογικό αποτύπωμα της πανδημίας. Μέσα στον φόβο και στις υποψίες μιλάμε για άλλες αναλογίες.